Ακτινογραφία στη σερραϊκή αγορά
- Μειονέκτημα η αδυναμία της κατανάλωσης και συνεπώς των εμπορικών συναλλαγών των επιχειρήσεων
- Τρείς αυτοαπασχολούμενοι μιλούν στο «Σ.Θ. και μας περιγράφουν τον παλμό των επιχειρήσεων
Tου Δημητρίου Γ. Νάτσιου
Την κατάσταση που επικρατεί στη σερραϊκή αγορά προσπαθήσαμε να καταγράψουμε επιχειρώντας να ανιχνεύσουμε την ιδιαιτερότητα της θερινής περιόδου, τα προβλήματα που απασχολούν τη μικρομεσαία επιχείρηση και τον αυτοπασχολούμενο επαγγελματία. Επισκεφθήκαμε τρείς επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στην πόλη των Σερρών οι οποίοι δέχθηκαν να απαντήσουν στις ερωτήσεις μας.Με πολύχρονη παρουσία στην αγορά οι αυτοαπασχολούμενοι Παναγιώτης Δημητρακόπουλος, Χρήστος Παπαδόπουλος, και Νεκτάριος Μουτάκης μας εξέθεσαν τις απόψεις τους και μας περιέγραψαν πως βιώνουν τη οικονομική συγκυρία σε σχέση πάντα με την λειτουργία της επιχείρησης τους.
«Η αγορά δεν λειτουργεί»
Ο Παναγιώτης Δημητρακόπουλος διατηρεί εδώ και 28 χρόνια κατάστημα επιγραφών και ψηφιακής εκτύπωσης στο χώρο των καταστημάτων. Εκτιμά ότι η κατάσταση στην αγορά είναι μη αναστρέψιμη διότι η πλειοψηφία των επαγγελματιών στις Σέρρες δραστηριοποιείται στο αντικείμενο της μαζικής εστίασης και των υπηρεσιών.«Η αγορά υπολειτουργεί για να μην πω ότι δεν λειτουργεί καθόλου.Οι επαγγελματίες κλείνουν τα ταμεία τους με δέκα και δεκαπέντε ευρώ εισπράξεις.Το μόνο που πετυχαίνουν διατηρώντας τις επιχειρήσεις τους είναι να αυξάνουν τα χρέη τους. Το αρνητικό στις Σέρρες είναι ότι δεν υπάρχουν επαγγελματίες να παράγουν και να εξάγουν. Δημιουργούνται καθημερινά καταστήματα καφέ και μαζικής εστίασης. Ορισμένα ανοίγουν άλλα κλείνουν. Γίνεται μία ανακύκλωση στα καταστήματα αυτού του είδους, ο καθένας προσπαθεί να πάρει μερίδιο της αγοράς από τον άλλον, η πίττα όμως είναι μία, είτε την κόψεις σε δέκα κομμάτια, είτε σε εκατό δεν μεγαλώνει. Στις Σέρρες έχουμε το μειονέκτημα ότι η αγορά δεν αιμοδοτείται κάποια χρονική περίοδο του έτους από νέους καταναλωτές, παραμένει ίδια όλο το χρόνο.Ο Παναγιώτης Δημητρακόπουλος αξιολογεί επίσης ως αρνητικό ότι οι πολίτες πέρα από την μείωση των εισοδημάτων τους έχουν να αντιμετωπίσουν την υπέρμετρη φορολόγηση.
«Ηρωες σήμερα όσοι διατηρούν τις επιχειρήσεις τους»
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος είναι ένας εκ των ιδιοκτητών της Μπουγάτσας «Ρεκόρ» η οποία έχει μία πολύχρονη παρουσία στην αγορά αφού λειτουργεί από το 1952. Μας ανέφερε ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία δυσφορία στον επαγγελματικό κόσμο λόγω της έλλειψης ρευστότητας.«Το αντικείμενο της δουλειάς μας είναι τέτοιο ώστε αυτή την περίοδο καταγράφουμε άνοδο στις πωλήσεις μας η οποία προέρχεται κατά βάση από Σερραίους που ζούν στο εξωτερικό και κάνουν χρήση της κανονικής τους άδειας ενώ την πόλη μας επισκέπτονται και κάποιοι ταξιδιώτες. Σίγουρα δεν έχουμε τις καταναλώσεις του παρελθόντος αλλά η κατάσταση είναι καλύτερη σε σχέση με άλλες χρονικές περιόδους του έτους. Ολα αυτά παρότι πολλοί Σερραίοι αυτό το διάστημα βρίσκονται εκτός των τοιχών στις εξοχικές τους κατοικίες. Το θετικό είναι ότι οι καταναλωτές που απουσιάζουν στις παραλίες αναπληρώνονται από αυτούς που μένουν στην πόλη διότι καταναλώνουν μεγαλύτερες ποσότητες από τα προϊοντα μας» Ο Χρήστος Παπαδόπουλος θεωρεί ότι ο ανασταλτικότερος παράγοντας στην αγορά είναι οι υπερβολικοί φόροι και το υψηλό κόστος των ανελαστικών δαπανών.Τέλος σημειώνει ότι κάτω από τις σημερινές συνθήκες είναι ήρωες όσοι διατηρούν επιχείρηση και πετυχαίνουν να ανταποκρίνονται σε όλες τους τις υποχρεώσεις.
«Μειονέκτημα η αδυναμία για κατανάλωση»
Ο Νεκτάριος Μουτάκης είναι επαγγελματίας δεύτερης γενιάς, διατηρεί κατάστημα με ανδρικά- γυναικεία ρούχα- εσώρουχα και αξεσουάρ. Συνεχίζει την παράδοση του πατέρα του που ξεκίνησε την επαγγελματική του δραστηριότητα το 1979. Από μικρός στην αγορά μας δήλωσε στο «Σ.Θ.» ότι μείζον πρόβλημα της αγοράς είναι η αυξημένη φορολόγηση αλλά κυρίως η αδυναμία για κατανάλωση.«Οι καταναλωτές έχουν περιορισμένα διαθέσιμα οικονομικά και αδυνατούν να στηρίξουν την αγορά στο βαθμό που την στήριξαν στο παρελθόν. Κίνηση και εμπορικές συναλλαγές υπάρχει αυτή την περίοδο σε λογικά πλαίσια. Σε αυτό βοηθούν οι καιρικές συνθήκες. Οι καταναλωτές κυκλοφορούν περισσότερο μεσοεβδομάδα και λιγότερο προς το τέλος της εβδομάδας».