Τετάρτη σήμερα, 5 Φεβρουαρίου 2014. Από το εορτολόγιο – αγιολόγιο της Εκκλησίας τα παρακάτω ονόματα οσίων και μαρτύρων μιας άλλης εποχής: Αγάθης, Θεοδοσίου εν Σκοπέλω και Θεοδούλης. Αν κάποιες – κάποιοι από τους αναγνώστες μας έχουν κάποιο όνομα από τα παραπάνω χρόνια τους πολλά και καλά και η συνέχεια επιλογή κειμένων από το ειδικό, ιστορικό, αρχαιολογικό, πολεμικό, πολιτικό, πολιτιστικό περιεχόμενο πνεύμα Αρχείο μας.
Από τον ευρύτερο βιβλιογραφικό – βιβλιοφιλικό χώρο οι τίτλο επικεφαλίδες των παρακάτω εκδόσεων. Εντυπωσιακό το μέγεθος του νέου βιβλίου του Αντώνη Ανεσιάδη, Γενικού Διευθυντή της Ενωσης Αγροτικής Συνεταιρισμών Σερρών.
“Θα μαζέψει ο Γκιζίκης όλα τα καλά παιδιά!!!
Ούτε εσάς θέλουν ούτε εμένα”
Tο καλοκαίρι του 1974 οι σχέσεις τού προέδρου της Κύπρου αρχιεπισκόπου Μακαρίου με τη χούντα των Αθηνών εισέρχονται σε κρίση. Ο Μακάριος ζητεί με επιστολή του στον πρόεδρο Γκιζίκη την απομάκρυνση των ελλήνων αξιωματικών από την Κύπρο και ανατρέπεται με πραξικόπημα στις 15 Ιουλίου. Λίγες ημέρες μετά, τα τουρκικά στρατεύματα αποβιβάζονται στην Κύπρο και ο Καραμανλής επιστρέφει στην Αθήνα στις 24 Ιουλίου, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση της χώρας. – Εσείς παίρνετε ένα μήνυμα από τον Μακάριο το ’74 ότι τα πράγματα με τη χούντα θα φθάσουν στα άκρα. «Αυτό έγινε όταν έστειλε ο Μακάριος το περίφημο γράμμα προς τον Γκιζίκη». – Την προηγουμένη; «Ναι, νομίζω την προηγουμένη. Ο Σταύρου, που ήταν τότε γραμματέας του Μακαρίου, μου έφερε στο Λονδίνο την επιστολή που είχε αποφασίσει να αποστείλει ο Μακάριος στον Γκιζίκη. Ο Αρχιεπίσκοπος ζητούσε πάντοτε τη γνώμη μου στις δύσκολες στιγμές. Ρώτησα τον Σταύρου αν είχαν ενημερώσει τις ΗΠΑ, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Σοβιετική Ενωση και τις υπόλοιπες χώρες του ΝΑΤΟ, και μου απάντησε ότι κάτι τέτοιο δεν είχε γίνει. “Με τι πλάτες” τον ρώτησα “θα τα βάλετε με τη χούντα;”. “Θα σας συνιστούσα να πάτε στο Παρίσι να δείτε τον Καραμανλή, να τον ενημερώσετε και να πάρετε και τη συμβουλή του” είπα στον Σταύρου, και συνέχισα: “Πάντως πείτε στον Μακαριότατο ότι θεωρώ πολύ επικίνδυνο αυτό που πάει να κάνει”. Πήρα αμέσως τηλέφωνο τον Καραμανλή, τον ενημέρωσα, και του είπα ότι θα πάει στο Παρίσι να τον συναντήσει ο Σταύρου. Ο πρόεδρος μου απάντησε πως θα τον περιμένει και θα του πει ακριβώς τα ίδια που του είχα πει και εγώ. Οταν έφυγε ο Σταύρου, τηλεφώνησα στον πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Γουίλσον και ζήτησα ακρόαση, αλλά δεν μπορούσε να με δεχθεί διότι επρόκειτο να πάει στη Βουλή των Κοινοτήτων. Του ετόνισα ότι το θέμα είναι εξαιρετικά επείγον και ότι πρέπει να τον δω αμέσως. Με δέχθηκε, του μετέφερα τη συνομιλία που είχα με τον γραμματέα του Μακαρίου και με ρώτησε ποια είναι η εκτίμησή μου. Του απάντησα ότι κατά την κρίση μου υπάρχουν δύο ενδεχόμενα: ή να δεχθεί η χούντα τους όρους του Μακαρίου, κάτι που κατά την άποψή μου ήταν αδύνατον διότι θα αποτελούσε ταπεινωτική υποχώρηση, ή να τους απορρίψει, οπότε θα ήταν αναγκασμένη να προχωρήσει σε πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, με άμεση συνέπεια την εισβολή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Ο άγγλος πρωθυπουργός ανησύχησε με τα όσα του είπα. Του επεσήμανα τότε ότι ήταν μια ευκαιρία να πιέσει τους Αμερικανούς να συγκρατήσουν τη χούντα και την Τουρκία για να αποφευχθεί μία ενδεχόμενη πολεμική σύρραξη που θα δημιουργούσε μεγάλη αναστάτωση στην περιοχή. Δυστυχώς ο Μακάριος έστειλε την επιστολή και, όπως είχα προβλέψει, μετά από λίγες μέρες έγινε το πραξικόπημα με τις γνωστές τραγικές συνέπειες για την Κύπρο». – Με τον Καραμανλή επικοινωνούσατε εκείνες τις μέρες; «Συνεχώς. Και δυο-τρεις φορές την ημέρα. Προσπαθούσα να πείσω τον πρόεδρο ότι ήταν απαραίτητο να κάνουμε και οι δύο δηλώσεις, καταγγέλλοντας τη χούντα και ζητώντας την άμεση απομάκρυνσή της από την εξουσία. Δυστυχώς ο Καραμανλής δεν δέχθηκε». – Στις 23 Ιουλίου το πρωί, εσείς πώς μαθαίνετε ότι κάτι αλλάζει στην Ελλάδα; «Είχα εγκατασταθεί στο ξενοδοχείο για να έχω μεγαλύτερη δυνατότητα τηλεφωνικών επαφών. Νομίζω πως εκείνο το πρωί με ξύπνησαν λέγοντάς μου ότι, σύμφωνα με φήμες που κυκλοφορούσαν, ο Γκιζίκης προετοίμαζε σύσκεψη πολιτικών αρχηγών. Μόλις το άκουσα, επικοινώνησα αμέσως τηλεφωνικά με τον Καραμανλή, τον οποίο μάλιστα ξύπνησα. Του είπα ότι υπάρχει ενδεχόμενο να γίνει σύσκεψη υπό την ηγεσία του Γκιζίκη με τους πολιτικούς αρχηγούς. Περιέργως ο πρόεδρος έσκασε στα γέλια, κάτι που δεν το συνήθιζε. Τον ρώτησα γιατί γελάει και μου απάντησε: “Θα μαζέψει ο Γκιζίκης όλα τα καλά παιδιά!!! Ούτε εσάς θέλουν ούτε εμένα”. “Μα, τώρα, κύριε πρόεδρε, τελειώνει η χούντα είτε το θέλουν είτε όχι, πρέπει να αποφευχθεί μια χειρότερη καταστροφή”. Ολη τη μέρα χτύπαγαν τα τηλέφωνα. Κάποια στιγμή, μου λέει η τηλεφωνήτρια ότι θέλει να μου μιλήσει ο πρόεδρος από το Παρίσι. Σκέφθηκα πως κάποιος δημοσιογράφος μού κάνει πλάκα. Σηκώνω όμως αμέσως το τηλέφωνο και όντως ήταν ο Καραμανλής. Ποτέ δεν είχα ακούσει τον πρόεδρο έτσι. Ηταν ταραγμένος και φώναζε: “Μεγαλειότατε, τι να κάνω; Αυτή τη στιγμή μού τηλεφώνησε ο Γκιζίκης και μου είπε να επιστρέψω στην Ελλάδα”. “Αν μπορώ να σας δώσω μια συμβουλή, μπείτε στο πρώτο αεροπλάνο και γυρίστε αμέσως στην Ελλάδα”. “Καλά, καλά, θα το σκεφτώ” μου απάντησε. Μετά απ’ αυτό το τηλεφώνημα επικοινώνησα με τη βασίλισσα της Αγγλίας, μίλησα με τον πρωθυπουργό Γουίλσον και τους μετέφερα τις εξελίξεις. Ο πρωθυπουργός μού ζήτησε να τον συναντήσω στις 6.00 το απόγευμα. Αμέσως επικοινώνησα με τον Καραμανλή, ο οποίος ήταν πολύ ήρεμος, και του είπα ότι έχω ραντεβού με τον πρωθυπουργό της Αγγλίας. “Επειδή είμαι σίγουρος, κύριε πρόεδρε, ότι σε μερικές ώρες θα γυρίσετε στην Ελλάδα και θα αναλάβετε την ευθύνη της διακυβερνήσεως του τόπου, δεν επιθυμώ να προβώ σε οιαδήποτε ενέργεια που ενδεχομένως θα δυσκόλευε τις προσπάθειές σας”.
Ο Καραμανλής ήταν ευγενέστατος και με συνεκίνησε λέγοντάς μου: “Ακούστε, Μεγαλειότατε, θέλω να σας πω ότι με βρίσκουν σύμφωνο όλες οι κινήσεις που κάνατε τα τελευταία χρόνια”. Στη συνέχεια επεσήμανα στον πρόεδρο ότι θα τον στηρίξω με όλες μου τις δυνάμεις στο δύσκολο έργο που θα κληθεί να επιτελέσει. “Θα ήθελα να σας πω κάτι, Μεγαλειότατε. Στον Γκιζίκη δεν έθεσα το θέμα του θεσμού διότι δεν θέλω να κόψω της γέφυρες πριν φθάσω στην Αθήνα. Μόλις φθάσω, θα το θέσω αμέσως και θα σας παρακαλέσω να είστε έτοιμος να επιστρέψετε για να μπορέσω να ορκιστώ στον νόμιμο αρχηγό του κράτους”. Τότε του είπα: “Κύριε πρόεδρε, αυτή τη στιγμή εκείνο που προέχει είναι να φύγει η χούντα. Εγώ θα κάνω ό,τι μου είναι δυνατόν για να σας βοηθήσω. Είμαι βέβαιος ότι κανένας Ελληνας δεν θα κοιμάται αυτή τη στιγμή. Θα είμαι έτοιμος να γυρίσω ανά πάσα στιγμή. Ο Θεός μαζί σας”. “Ευχαριστώ πάρα πολύ, Μεγαλειότατε. Γεια σας”».