Πέμπτη 1η Μαΐου, Ανακομιδή λειψ. Αγίου Αθανασίου. Χθες Παρασκευή 2, σήμερα Σάββατο 3 Τιμοθέου & Μαύρας , Πέτρου επισκ. και αύριο Κυριακή 4 Μαΐου Των Μυροφόρων, Πελαγίας, Ιλαρίου, Νικηφόρου.
Καλό μήνα σε όλους και όλες.
Στο ρυθμό της εορταστικής
επικαιρότητας της Πρωτομαγιάς
Με μεγάλη νοσταλγία υποδεχθήκαμε με μία παρέα των παιδικών και νεανικών μας χρόνων την Πρωτομαγιά που γιορτάζαμε μικροί και μεγάλοι στο Δαρνακοχώρι Πεντάπολη. Από το βιβλίο «Ο Χθεσινός Κόσμος» του Δημητρίου Αλ. Αραμπατζή:
«Φοβισµένες» Πρωτομαγιές…
Οι καµπάνες χτυπούσαν το πρωινό εκείνο χαρµόσυνα, σα νάταν πασχαλιά και καθώς διέσχιζα τα «µέσα», το εσωτερικό, την κεντρική πλατεία µε τους στενούς δρόµους της Ν. Ζίχνης, έβλεπα τον κόσµο καλοντυµένο, που στην πλειοψηφία του γυναίκες, να πηγαίνουν στην Εκκλησία… Οµολογώ ότι δεν είχα συµβουλευθεί το ηµερολόγιό µου και η επαγγελµατική µου αφηρηµάδα µε έσπρωξε σε ένα αδικαιολόγητο για µένα ατόπηµα. Ρώτησα από περιέργεια τι γιορτή ήταν και έµαθα πως ήταν της Ανάληψης.
Τρίχρονο παιδί σε οικογενειακή πρωτομαγιά στην Πεντάπολη.
Λίγο έξω από τη Ζίχνη, τη «Ζιλιάχοβα», όπως ήταν το παλιό της όνοµα, προς την γειτονική Δράµα, τα χωράφια καταπράσινα και οι «τράφοι» γεµάτοι παπαρούνες. Η φύση στον ανοιξιάτικο οργασµό της. Η Ανάληψη και η Πεντηκοστή που ακολουθούν τις γιορτάζαµε µε ιδιαίτερη έξαρση στα Δαρνακοχώρια και µε µεγάλα πανηγύρια στο Χρυσό, την παλιά «Τιπολιάν’» και στο χωριό µας, στο χωριό µας, στο παλιό αρχοντοχώρι Σαρµουσακλή, την τωρινή Πεντάπολη και οι µαγιάτικες παπαρούνες που τις µαζεύαµε µε πάθος και µεράκι όταν ήµασταν µικρά παιδιά απροβληµάτιστα και απονήρευτα και καθώς ζούσαµε έξω από κάθε συµβολισµό τους και «πλέκαµε» στεφάνια, για να στεφανώσουµε τις θύρες των σπιτιών µας γιορτάζοντας µε τον τρόπο αυτό, τη γιορτή της ανθισµένης φύσης, την Πρωτοµαγιάτικη γιορτή των λουλουδιών, όπως µας µάθαιναν στο Σχολειό και όπως έπρεπε, επιτελώντας συγχρόνως το χρέος µας προς την παράδοση που είχε διαµορφωθεί από την µακρόχρονη συνήθεια των παλαιών να «στολίζουν» τα σπίτια τους και έτσι το ίδιο να κάνουµε και εµείς να «στεφανώνουµε» τις εξώπορτες των αγροτικών σπιτιών µας. Χρόνια παιδικά, χρόνια αθωότητας και αγνότητας της κόκκινης παπαρούνας, αλλά και χρόνια της εφηβείας και των προβληµατισµών χρόνια συµβολισµού και µηνυµάτων της κόκκινης παπαρούνας… Ναι! Μου έφεραν πολλά στο νου. Παλιές θύµισες και παλιές πρωτοµαγιές. Του ροµαντισµού και του προβληµατισµού, της αγωνίας και της αγωνιστικότητας και της επανάστασης ακόµα… Θυµήθηκα παλιές Πρωτοµαγιές, που γιόρταζαν, µικροί και µεγάλοι, φτωχοί και πλούσιοι, ακόµα και οι λίγοι σπουδαγµένοι και γραµµατιζούµενοι και ιδιαίτερα οι απλοί άνθρωποι του λαού, ανάµεσά τους πολλοί θεοφοβούµενοι, αφού γι’ αυτούς αναγέννηση της φύσης, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η µεγάλη τους προσδοκία ότι ο Θεός θα βοηθούσε να φυτρώσουν τα σπαρτά και να ανθίσουν τα λουλούδια και ότι χωρίς τη θεϊκή θέληση τίποτε δεν µπορούσε να γίνει, όπως πίστευαν και ανάµεσά τους και η δική µου οικογένεια. Και σήµερα κοινό σηµείο επαφής η Πρωτοµαγιά, δηµοκρατικών και ολοκληρωτικών συστηµάτων. Καµιά παρέκκλιση στην ηµεροµηνία της γιορτής από τους δύο κόσµους, που ενώ ύψωναν σινικά τείχη σε άλλες εκδηλώσεις της ζωής, αποκηρύσσοντας ο ένας ό,τι υιοθετούσε ο άλλος, εδώ στο γιορτασµό της Πρωτοµαγιάς, απόλυτα σύµφωνοι. Πέρα από την πολιτική – ταξική σηµασία που είχε και έχει η 1η Μαΐου για τους εργαζόµενους, είχε και την απόλυτή της σηµασία, την ψυχαγωγική, του ξεφαντώµατος της φύσεως, και το ξεφάντωµα των ανθρώπων και το ξεδώσιµο των νέων. Καθώς προχωρούσα, οδηγώντας ο ίδιος, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή και µάλιστα µε κάποια αφηρηµάδα, και χωρίς συνοδηγό στο αυτοκίνητο και συνεχώς αναδυόταν από µέσα µου περασµένες Πρωτοµαγιές, γιορταστικές µαθητικές, ερωτικές, αγάπης, ενθουσιασµού, οικογενειακές, εργατικές, αστικές και προσωπικές ταξιδιωτικές, που άφησαν µέσα µου ανεξίτηλα τα στίγµατά τους. Μου ήλθαν στο νου σαν όνειρο, µόλις που µπορούσα να ανακαλέσω στη µνήµη µου, κάποιες εικόνες από την Πρωτοµαγιά των πρώτων παιδικών µου χρόνων εκεί στο παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στην Πεντάπολη, στα χρόνια της δικτατορίας Ιωάννου Μεταξά. Στα κατοπινά χρόνια είχα µάθει, ότι η γιορτή της φύσης και των λουλουδιών ήταν σχεδόν υποχρεωτική τότε, στη µικρή κοινωνία που ζούσαν οι δικοί µου. Εγώ βέβαια, από την Πρωτοµαγιά εκείνη, που τη γιόρτασα µε τους γονείς και τις θείες µου, δεν είχα καταλάβει τίποτα. Αργότερα οι γονείς µου, µου είχαν εκµυστηρευθεί ότι «σε πήγαµε στην Πρωτοµαγιά για να χαρείς την ανθισµένη φύση, αλλά και για να δουν τον πατέρα σου ο Αστυνό0µος και ο Πρόεδρος του χωριού όπου συµµετείχε και εκείνος στη γιορτή». Ηταν δύσκολες χρονιές, είχε και το µαγαζάκι… Ηταν ξένος στο χωριό, είχε έλθει πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία και ήταν στο φρόνηµα φιλελεύθερος, άνθρωπος του Βενιζέλου και πολλές φορές µιλούσε για τις περιπέτειες της προσφυγιάς και την εθνική πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου. Θυµήθηκα τις πρώτες µου φοβισµένες Πρωτοµαγιές στα πρώτα µου παρθενικά ταξίδια, καθώς βάδιζα προς το άγνωστο, από τις επισκέψεις µου στη γειτονική Λαϊκή Δηµοκρατία της Βουλγαρίας, όπου είχα αποκτήσει τις πρώτες µου παρθενικές εµπειρίες από τις γιορταστικές Πρωτοµαγιές της κοµµουνιστικής Βουλγαρίας. Με είχε καταλάβει ένα παράξενο δέος από τις πρωτόγνωρες εικόνες που έβλεπα στη χώρα αυτή, που ήταν ο πιο πιστός φίλος της Σοβιετικής Ένωσης, όπως και στη Ρουµανία του Τσαουσέσκου. Γιορτασµοί πανηγυρικοί, επιβλητικοί, µηνυµατικοί, καθώς τα µεγάφωνα σε όλους σχεδόν τους δρόµους της Σόφιας και του Βουκουρεστίου, τον πρώτο χρόνο του πρώτου µου ταξιδιού και του δεύτερου ηχούσαν εκκωφαντικά τους επαναστατικούς κοµµατικούς ήχους και ρυθµούς, ενώ στις γιγαντιαίες στηµένες εξέδρες στη Σόφια απέναντι από το Μαυσωλείο Γ. Δηµητρώφ και πίσω από το «Βασιλικό Παλάτι» Μουσείο, και στο Βουκουρέστι απέναντι στο ξενοδοχείο «Αµπάσαντερ», αν θυµάµαι καλά, που υπολόγιζα ότι είχαν στηθεί µε πολλή φροντίδα, χρόνο και χρήµα, ήταν ανεβασµένοι οι ηγέτες τους και οι στενοί και έµπιστοι συνεργάτεςε τους και από εκεί επάνω παρακολουθούσαν, χαιρετούσαν, κατά περίπτωση Τσαουσέσκου – Ζίβκωφ και χειροκροτούσαν, όπως είχα µάθει στα κατοπινά δηµοσιογραφικά µου ταξίδια, καθώς είχα κάνει κάποιες γνωριµίες και είχα πάρει και λίγο αέρα, τα «επιλεγµένα» στρατιωτικά τµήµατα, τα πολιτικά, δηλαδή τους προνοµιούχους συνταξιούχους, παρασηµοφορηµένους εργάτες, «ήρωες της σοσιαλιστικής εργασίας», όπως τους έλεγαν (µε ειδικά περιβραχιόνια στο βραχίονα), τους «εθελοντές» της ίδιας εργασίας, που είχαν «περάσει» κάποια στάδια της δοκιµασίας και ήταν υποψήφιοι να ενταχθούν στο κόµµα και να αποκτήσουν την ισχυρότατη κοµµατική ταυτότητα. Ακόµα στην εντυπωσιακή παρέλαση συµµετείχαν µαθητές από το νηπιαγωγείο µέχρι το Γυµνάσιο, φοιτητές, παιδιά και νέοι κοµµατικών οργανώσεων, οι γνωστοί ιδιαίτερα «πιονέροι» και οι οποίοι επίσης «αποσπούσαν» τα δυνατά χειροκροτήµατα! Πρωτοµαγιές παλαιές. Φοβισµένες, δικτατορικές, εµπειρικές. Όλες είχαν την δική τους σηµασία. Οι καµπάνες ήχησαν και εγώ συνοµιλούσα µε τον εαυτό µου… Θεία χρόνια της νεότητας που έφυγε…