Απορρίπτει λοιπόν το διάλογο – όπως και στις εκλογές του 2012 – ο κ.Σαμαράς.
Το επιχείρημα προφανώς αστήρικτο.
Απαντώντας εμμέσως στην πρόσκληση του κ. Τσίπρα για ντιμπέιτ, ο κ. Σαμαράς είπε ότι «εγώ διάλογο με υβριστές δεν κάνω και την πολιτική αθλιότητα δεν πρόκειται ποτέ να την νομιμοποιήσω. Με ποιους να κάνω διάλογο; με τους υβριστές που δυόμισι χρόνια με λένε πουλημένο και προδότη; με τους εκβιαστές ή με τους συκοφάντες που μιλούσαν για κουμπαράδες».
Αν βέβαια χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους επιχειρήματα και ο κ.Τσίπρας, όπως αντιλαμβάνεται ο κάθε πολίτης θα μπορούσε να ισχυριστεί δεκάδες ύβρεις και συκοφαντίες και μάλιστα πραγματικές, γιατί ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν είπε τον πρωθυπουργό ούτε πουλημένο, ούτε προδότη.
Για να έρθουμε όμως στην ουσία της άρνησης, πραγματικά είναι ανεξήγητη. Αφού σε όλες τις δημοσκοπήσεις προηγείται στο ερώτημα για την καταλληλότητα ως πρωθυπουργού σε σχέση με τον Αλέξη Τσίπρα, αφού θεωρείται το ισχυρό χαρτί της Νέας Δημοκρατίας τότε γιατί δεν προσέρχεται στον διάλογο; Δεν έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητές του; Δεν έχει ισχυρά επιχειρήματα; Δεν έχει κυβερνητικό έργο να επιδείξει;
Κατά την άποψή μου ισχύουν και τα τρία.
Θα τολμούσα να προσθέσω, ότι είναι ακόμα πιο ανεξήγητος ο φόβος του κ.Σαμαρα, αφού έχει με το μέρος του όλα τα ιδιωτικά μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια, προφανώς και τη δημόσια (κομματική) τηλεόραση.
Φαίνεται ότι ο πρωθυπουργός αισθάνεται πιο ασφαλής όταν κάνει μονόλογο μέσω της ΝΕΡΙΤ, δίνοντας απαντήσεις σε προσυνεννοημένες ερωτήσεις που τις διάβαζε από Auto Cue, το μηχάνημα δηλαδή που χρησιμοποιούν οι παρουσιαστές των ειδήσεων για να διαβάζουν τις ειδήσεις.
Η άρνηση δημοσίου διαλόγου από τον κ. Σαμαρά συνιστά κατάφωρη παραβίαση της δημοκρατικής συμπεριφοράς, τη στιγμή μάλιστα που από το 1996 και μετά μέχρι το 2012 που αρνήθηκε για πρώτη φορά τον τηλεοπτικό διάλογο, εθεωρείτο ήδη θεσμικό κεκτημένο, αφού ντιμπέιτ είχαμε σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις.
Ας σταματήσει να κρύβεται πλέον ο πρωθυπουργός και ας δεχθεί το αυτονόητο. Να εμφανιστεί σε ένα ή και περισσότερα ντιμπέιτ για να ακούσουν και να αξιολογήσουν οι πολίτες τους ίδιους τους πολιτικούς αρχηγούς και τις προτάσεις που καταθέτουν στην πιο σημαντική εκλογική αναμέτρηση από το 1974 και μετά.
Επί δυόμισι χρόνια κρυβόταν από τη Βουλή των Ελλήνων. Τώρα αποφεύγει και τον τηλεοπτικό διάλογο, κρυπτόμενος πίσω από πανάκριβες διαφημιστικές καμπάνιες εκφοβισμού των Ελλήνων. Αυτό είναι άραγε το μοναδικό του όπλο;