Με απόφαση του Φαναρίου
Στη χορεία των Αγίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας κατετάγη ο διορατικός μοναχός Παΐσιος, 21 χρόνια μετά από τον θάνατο του.
Μετά από εισήγηση της Κανονικής Επιτροπής η Αγία και Ιερά σύνοδος, σε τακτική της συνεδρίαση υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ανέγραψε στο εορτολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας Τον μοναχό Παΐσιο Αγιορείτη.
Ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης (κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης) γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου του 1924 και απεβίωσε στις 12 Ιουλίου του 1994.
Γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν Πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Είχε ακόμα 8 αδέλφια.
Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, βαφτίστηκε από τον ιερέα της ενορίας του ονόματι Αρσένιο, τον οποίο το 1988 η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνώρισε ως άγιο.
Ο Αρσένιος επέμεινε και έδωσε στο παιδί το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.
Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο.
Στην Κέρκυρα η οικογένειά του έμεινε ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μετακόμισε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα. Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου.
Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε».
Ο Αρσένιος πήγε στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από τον στρατό, αλλά επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του, και επέστρεψε στο ιερό άβατο. Έμεινε για ένα βράδυ στη Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στις Καρυές και ακολούθως κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου, όπου γνώρισε τον πατέρα Κύριλλο, ηγούμενο της μονής, και τον ακολούθησε πιστά. Ύστερα από αρκετές «περιπλανήσεις» σε διάφορα ησυχαστήρια του Αγίου Όρους και στο Σινά, μετακινήθηκε στη Μονή Κουτλουμουσίου έως ότου αρρώστησε σοβαρά και «εκοιμήθη» το καλοκαίρι του 1994.
Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο της κοίμησής του, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.
Συνέγραψε 4 βιβλία, τα οποία έχουν εκδοθεί από το Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» (Σουρωτή Θεσσαλονίκης). Τιτλοφορούνται:
Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1991)
Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης ο Αθωνίτης, 1809-1886 (1986)
Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα (1993)
Επιστολές (1994).