Οι δημοσιογράφοι Π. Μπουκάλας και Ν. Παπαχρήστος μιλούν για την κληρονομιά που άφησε στη δημοσιογραφία
- Υπήρξε διεισδυτική πένα, σπουδαίος δημοσιογράφος και άνθρωπος
- Διετέλεσε διευθυντής και εκδότης της «Κ» με αξιοζήλευτη παρουσία στο ραδιόφωνο
Του Δημητρίου Γ. Νάτσιου
Πέντε χρόνια συμπληρώθηκαν στις 13 Μαΐου από την ημέρα που έφυγε από την ζωή ο δημοσιογράφος Αντώνης Καρκαγιάννης. Γεννήθηκε στις 10 Μαρτίου του 1932 στα Αμπελάκια Λάρισας. Πατέρας του ήταν ο Αστέριος Καρκαγιάννης ειρηνοδίκης και στη συνέχεια δικηγόρος στη Λάρισα, ο οποίος είχε πολεμήσει στη Μικρά Ασία, και μητέρα του η Ασπασία Καρκαγιάννη το γένος Παμπούρα η οποία αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Αμπελακίων το έτος 1917 και διακρινόταν για το ανοικτό της μυαλό. Τα πρώτα του γράμματα ο Αντώνης Καρκαγιάννης τα έμαθε στη Λάρισα, ενώ αποφοίτησε από το 1ο Γυμνάσιο Αμαρουσίου. Ξεκίνησε τις σπουδές του στη Νομική Αθηνών το 1951 αλλά δύο χρόνια αργότερα τις διέκοψε όταν συνελήφθη από το μετεμφυλιακό κράτος για την συμμετοχή του στις δυναμικές διαδηλώσεις υπέρ του απελευθερωτικού αγώνα των Κυπρίων. Μέλος της παράνομης κουμμουνιστικής Αριστεράς, έγινε στόχος των διωκτικών αρχών, φυλακίστηκε πέρασε στρατοδικείο το 1958 μαζί με τον τότε διευθυντή της εφημερίδας «Αυγή» Μανώλη Γλέζο, αποφυλακίστηκε το 1966 για να ξανασυλληφθεί από το καθεστώς της χούντας το 1967 και να επανέλθει στην Αθήνα το 1973. Από τότε άρχισε να αναπτύσσει εκδοτική δραστηριότητα αρχικά ως συνιδρυτής των εκδόσεων «Ολκός» των περιοδικών « Αντί» «Σύγχρονος Κόσμος» και «Πολίτης» ενώ παράλληλα εργαζόταν ως διορθωτής στην ιστορική αθλητική εφημερίδα «Φώς των Σπόρ». Το 1983 αρχίζει να εργάζεται ως συντάκτης ύλης στην εφημερίδα « Καθημερινή».Χάρη στις σπάνιες εμπειρίες ζωής που είχε αποκτήσει, την κοινωνική του μόρφωση, το βάθος της σκέψης του, την τάση του συνεχώς να αναζητά το καινούργιο, άλλα και εργασιομανία του, εξελίχθηκε σε μία από τις διεισδυτικότερες πένες της Ελληνικής δημοσιογραφίας. Συνέδεσε άρρηκτα το όνομα του με την εφημερίδα «Καθημερινή», αφήνοντας μία πλούσια κληρονομιά στη δημοσιογραφία και συμβάλλοντας στον πλουραλισμό και την σωστή ενημέρωση. Διετέλεσε διευθυντής και εκδότης της « Καθημερινής».
Εργασιομανής δημοσιογράφος και άνθρωπος
Όσοι τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του κάνουν λόγο για ένα εργασιομανή διανοούμενο, φιλόσοφο της ζωής και δεξιοτέχνη της δημοσιογραφίας. Σεβόταν τη δημοσιογραφική δεοντολογία, μέλημα του ήταν να βγει άρτιο και ανταγωνιστικό εκδοτικό προϊόν. Το γραφείο του ήταν ανοικτό για όλους τους δημοσιογράφους, τους οποίους βοηθούσε να βελτιωθούν, να ανέβουν επαγγελματικά και να σταδιοδρομήσουν. Είχε αναπτύξει μία ειδική σχέση με τους αναγνώστες του μέσα από την στήλη «Κάθε μέρα» και «Κάθε Κυριακή». Συνομιλούσε με τους αναγνώστες του, γράφοντας απλά, μεστά, απευθυνόμενος στο μέσο πολίτη με ένα τρόπο μοναδικό. Εξίσου αξιοζήλευτη παρουσία είχε και στο Ραδιόφωνο του «ΣΚΑΙ». Γοήτευε το ραδιοφωνικό ακροατήριο για πολλά χρόνια μέσα από την εκπομπή του που είχε τον τίτλο «Πλίνθοι και Κέραμοι», που μεταδιδόταν τα πρωινά του Σαββάτου και της Κυριακής.
Αυστηρός πρώτα με τον δικό του πολιτικό χώρο
Αριστερός στις ιδέες, μπαρουτοκαπνισμένος στο πεζοδρόμιο της ζωής, καθώς πέρασε τα νεανικά χρόνια στις φυλακές και τις εξορίες, κατέρριψε με την ευθύβολη πένα του πολλούς μύθους που είχαν διαμορφωθεί την Ελλάδα μετά την μεταπολίτευση. Απομυθοποίησε το τι θεωρείται προοδευτικό και τι συντηρητικό και ανέδειξε πόσο λάθος είναι να πιστεύει κανείς ότι το Α και το Ω του σοσιαλισμού είναι οι κρατικοποιήσεις. Καλούσε συχνά την Αριστερά, την οποία υπηρέτησε πιστά, να αποκολληθεί από ξεπερασμένες θέσεις και να καθίσει να σκεφθεί τι είναι τελικά σοσιαλισμός σήμερα και σε ποια σημεία μπορεί αυτός να συναντηθεί με την ελεύθερη κοινωνία, το δημοκρατικό κράτος και το ελεύθερο άτομο. Υποστήριξε ότι ο τόπος χρειάζεται μία δημιουργική Αριστερά που να αμφισβητεί, να παλεύει αλλά και να προτείνει. Απέρριπτε τον ανούσιο πολιτικό χαβαλέ, τα ξεπερασμένα και αναμασημένα μεταπολιτευτικά κλισέ και κατηγορούσε την αριστερά για πνευματική οκνηρία. Υπερασπιζόταν με πάθος ότι η λεωφόρος της Δύσης είναι η μόνη Εθνική στρατηγική για την Ελλάδα. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αν ο σοσιαλισμός παρέδωσε κοινωνίες κατεστραμμένες, ο καπιταλισμός δεν τα πήγε καλύτερα παρά μόνο ως προς τούτο, ότι παραμένει ο μόνος δρόμος στραβός ή καλός για να συνεχίζουμε την πορεία μας. Η Δύση δεν είναι παράδεισος, κάθε άλλο, εκεί θα βρούμε το καλύτερο αλλά και το χειρότερο, δεν τη επιλέγουμε ως τόπο ανάπαυσης αλλά ως πεδίο μάχης και αγώνα.»
Αιχμηρός και μεγαλόψυχος
Αιρετικός όπως πάντα και μεγαλόψυχος είχε προτείνει με άρθρο του στη «Κ» στις 17.12.1998 την άμεση αποφυλάκιση του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου. Υποστήριξε ότι η συνέχιση της κράτησης του δικτάτορα στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν (έπασχε από σπάνια νόσο και δεν μπορούσε να ζήσει ούτε ένα λεπτό χωρίς την μηχανική υποστήριξη) συνιστούσε πολιτική αναξιοπρέπεια και πολιτική αναλγησία που δεν ταιριάζει στη Δημοκρατία. Λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του πραξικοπηματία ο οποίος κατήργησε τα πολιτικά δικαιώματα και έστειλε στις φυλακές και τις εξορίες δέκα χιλιάδες ανθρώπους, μετά των οποίων και τον ίδιο είχε υποστηρίξει ότι η Δημοκρατία στη περίπτωση του Γ. Παπαδόπουλου συμπεριφέρθηκε χωρίς αυτοπεποίθηση με μικροϋπολογισμούς και μικροσκοπιμότητες και χωρίς το μεγαλείο που της ταιριάζει και που είναι η δύναμή της. Ο Αντώνης Καρκαγιάννης παρέμεινε συνεπής στις ιδέες του ως το τέλος της ζωής του. Πίστευε ακράδαντα στη δύναμη της Πολυκομματικής αστικής Δημοκρατίας.
Δημοσιογραφικές μάχες και αποκαλυπτική αρθρογραφία
Έδωσε δημοσιογραφικές μάχες ιδιαίτερα την περίοδο Κοσκωτά στον Τύπο, ενώ μεγάλη ήταν η ευαισθησία του για την Προστασία του περιβάλλοντος. Τολμούσε τη δημόσια αποκαλυπτική κριτική για μείζονα ζητήματα όπως αυτό της εκτροπής του Αχελώου ποταμού. Θεωρούσε το έργο καταστρεπτικό που δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα, αλλά αντίθετα θα επαυξήσει την σπατάλη του νερού. Συγκεκριμένα έγραψε στις 4.11.2007 τα εξής: «Οι κυβερνήσεις κατέστρεψαν το θεσσαλικό κάμπο γιατί καμία δεν τόλμησε να πει την αλήθεια στους αγρότες και επί είκοσι και πλέον χρόνια τους εξαπατούν με την εκτροπή του Αχελώου. Κατέστρεψαν και τον Πηνειό, τον άφησαν στο έλεος της υπεράντλησης και της ρύπανσης». Με λαϊκό τρόπο περιέγραφε σε άρθρο του στις 4.3.2010 πως ξέσπασε η οικονομική κρίση στην Ελλάδα επισημαίνοντας τα ακόλουθα: «Αν το καλοσκεφθούμε, τα πράγματι πολύ σκληρά μέτρα που τώρα μας επιβάλλονται, δεν είναι καμία σπουδαία και ευφάνταστη οικονομική πολιτική που ξεπήδησε από περίπλοκη και βαθυστόχαστη σκέψη. Κοινή λογική είναι με χαρακτήρα καταναγκασμού. Ως κοινή λογική τα μέτρα μας λένε ότι δεν μπορούμε να ζούμε και να αναπτυσσόμαστε με δανεικά. Όλοι το γνωρίζαμε από δική μας πείρα, αλλά επί δεκαετίες απολαμβάναμε τον παραλογισμό να ζούμε και να αναπτυσσόμαστε με δανεικά. Όλοι; Ναι, όλοι, παρά τις τρομακτικές αδικίες και ανισότητες, που επίσης πολύ λογικά, οδήγησαν σε πρωτοφανή και προκλητικά φαινόμενα χλιδής και σπατάλης. Και αντί να επαναστατούμε εναντίον αυτών των φαινομένων, εφησυχάζαμε στη σκέψη ότι την πρώτη του μηνός θα εισπράξουμε το μισθό μας ή την σύνταξη μας. Επειδή αποτελούν “κεκτημένο δικαίωμα”».
Απεβίωσε τον Μάιο του 2010
Ο Αντώνης Καρκαγιάννης εξέπνευσε τα ξημερώματα της Τετάρτης προς Πέμπτης 13 Μαΐου 2010 στο Νοσοκομείο ΤΥΠΕΤ που βρίσκεται σε μία πάροδο της Αλεξάνδρας, ύστερα από μάχη με τον καρκίνο. Απέκτησε τρία παιδιά, την Ασπασία, την Μαργαρίτα και τον Κωνσταντίνο. Είχε δύο αδέλφια, τον Γιώργο, δύο χρόνια μεγαλύτερο, καρδιολόγο, ο οποίος απεβίωσε στις 19 Απριλίου 2015 στη Λωζάνη της Ελβετίας στην οποία ζούσε από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ενώ ο μικρότερος αδελφός του Κώστας έφυγε από την ζωή σε μικρή ηλικία, από ανακοπή καρδιάς.
«Δάσκαλος και άνθρωπος ο Καρκαγιάννης»
«Σπουδαίο δάσκαλο και άνθρωπο» αποκαλεί τον Α. Καρκαγιάννη ο δημοσιογράφος- διευθυντής της πύλης εκκλησιαστικών ειδήσεων amen.gr Νίκος Παπαχρήστος ο οποίος είχε την τύχη να έχει διευθυντή τον Α.Καρκαγιάννη στην «Κ» για πολλά χρόνια . «Τον διέκρινε η ευθύτητα και αντιμετώπιζε όλους τους συνομιλητές του με σεβασμό, ενώ δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να παραδεχθεί κάποιο λάθος του, εξαιρετικό χάρισμα στη σημερινή εποχή που ο εγωισμός κυριαρχεί» ανέφερε ο Νίκος Παπαχρήστος για τον Α. Καρκαγιάννη. Θυμάται με νοσταλγία τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο Φανάρι το 2001 στον Α. Καρκαγιάννη και τον ίδιο και είχε μεταδοθεί από το Ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ. «Θυμάμαι με πόσο θερμά λόγια ο Παναγιώτατος είχε παρουσιάσει τον Αντώνη Καρκαγιάννη στο εκκλησίασμα που συγκεντρώθηκε στην Κοινοτική αίθουσα για το κέρασμα. Είναι ένας σημαντικός δημοσιογράφος που πάντοτε στέκεται στο πλευρό της δοκιμαζόμενης Μεγάλης Εκκλησίας του Χριστού και της περί Αυτής Ομογενείας, θυμάμαι είχε πει ο Οικουμενικός Πατριάρχης ξεκινώντας την αναφορά του στον Αντώνη Καρκαγιάννη. Και τον κάλεσε να μοιραστεί μερικές σκέψεις του με το εκκλησίασμα. Και ο Αντώνης Καρκαγιάννης μοιράστηκε πολλά με τους Ρωμιούς της Πόλης. Μα περισσότερα με τους ακροατές του ΣΚΑΪ, αφού επιστρέφοντας μίλησε με το δικό του τρόπο για εκείνο το ταξίδι, τη συναναστροφή του με τον Πατριάρχη και την επικοινωνία του με την Ομογένεια. Έναν τέτοιο δημοσιογράφο, έναν τέτοιο δάσκαλο με το παράδειγμα της δικής του στάσης, έναν τέτοιο άνθρωπο δεν μπορείς να τον ξεχάσεις ποτέ» μας δήλωσε.
Ο δημοσιογραφικός τρόπος του Αντώνη Καρκαγιάννη
Για τον τρόπο γραφής του αείμνηστου δημοσιογράφου και το έργο του απευθυνθήκαμε στον αρθρογράφο της «Κ» Παντελή Μπουκάλα ο οποίος με αφορμή την συμπλήρωση πέντε ετών από τον θάνατο του Αντώνη Καρκαγιάννη έγραψε για το «Σ.Θ.»τα εξής: «Από τη συμμετοχή, στα βαριά χρόνια του 1950, στο γράψιμο, τη στοιχειοθεσία, την εκτύπωση και τη διανομή της παράνομης “Νέας Γενιάς” και του παράνομου “Ριζοσπάστη”, διορθωτής -μετά τη δικτατορία και τα ξερονήσια, που τα είχε γνωρίσει και επί προχουντικού κοινοβουλευτισμού- στο “Φως των Σπορ”. Κι από κει συντάκτης ύλης στην “Καθημερινή”. Και, από κάποια στιγμή κι έπειτα, διευθυντής της. Είχε μεσολαβήσει ωστόσο και μια άλλη εμπλοκή του Αντώνη Καρκαγιάννη στη δημοσιογραφία, εντελώς ασυνήθιστη. Και πιθανόν αυτή καθόρισε το ύφος της γραφής του. Μιλάει ο ίδιος: “Με συνέλαβαν την πρώτη μέρα της δικτατορίας τα χαράματα (κυριολεκτικά στον ύπνο) και με οδήγησαν στην αρχή στον Ιππόδρομο του Φαλήρου και μετά από πέντε μέρες στη Γυάρο. Στον Ιππόδρομο, όσο προχωρούσε εκείνη η μέρα, συγκέντρωσαν όλον τον “καλό κόσμο” της Αριστεράς. Ξαφνικά βρέθηκε ένα ραδιοφωνάκι με μπαταρίες, αυστηρά απαγορευμένο, που πέρασε μέσα απαρατήρητο. ‘Ηδη από την πρώτη μέρα ο Χαρίλαος Φλωράκης μού είπε να το δουλεύω. Θα άκουγα όσους γίνεται περισσότερους σταθμούς, θα συγκρατούσα τις ειδήσεις και θα τις μετέδιδα προφορικά στον Γιώργο Τρικαλινό (ποτέ γραπτά), και αυτός από στόμα σε στόμα θα τις κυκλοφορούσε στο στρατόπεδο. ‘Οσο και αν φαίνεται αστείο, ήταν ένας πυρήνας δημοσιογραφικής δουλειάς. Το πρώτο “δελτίο ειδήσεων” κυκλοφόρησε το βραδάκι της πρώτης μέρας, της 21ης Απριλίου 1967, και, αν θυμάμαι καλά, περιείχε τα ονόματα των πρώτων μελών της δικτατορικής κυβέρνησης. Μεταφέραμε αυτό το ραδιοφωνάκι στη Γυάρο κρυμμένο μέσα σε μια στρατιωτική κουραμάνα, από την οποία είχαμε αφαιρέσει την ψίχα. Σε λίγες μέρες ο Χαρίλαος Φλωράκης το ξανάφερε σ’ εμένα και από τότε το “δούλευα” χωρίς διακοπή, πρώτα στη Γυάρο και έπειτα στο Παρθένι της Λέρου. Στη Λέρο ήταν που άρχισαν να κυκλοφορούν καθημερινά τα πρώτα γραπτά “δελτία ειδήσεων”. Ακουγα σταθμούς σχεδόν ολόκληρη την ημέρα. Κρατούσα σύντομα σημειώσεις, μια-δυο λέξεις για κάθε θέμα, γιατί οι συνθήκες της ακρόασης, συνήθως κάτω από επιλεγμένα κρεβάτια, ήταν δύσκολες. Αργότερα έγραφα το “δελτίο”, ακριβέστερα το συνέθετα αναφέροντας επιμελώς τις πηγές. Το γραπτό το παρέδιδα στον Λευτέρη Βουτσά, κι αυτός το διοχέτευε σε ομάδες αντιγραφέων που με καρμπόν παρήγαν μερικά αντίγραφα για να κυκλοφορήσουν στο στρατόπεδο”. Αυτή η κληρονομιά, μαζί και η πολύ μεγάλη αγάπη του για το κουβεντολόι, προσανατόλισαν το γράψιμό του προς την πυκνή και λιτή έκφραση. Και επιπλέον της έδωσαν έναν χαρακτηριστικό τόνο προφορικότητας. Ο Αντώνης Καρκαγιάννης, στην αρθρογραφία του στο καθημερινό φύλλο και στην κυριακάτικη Καθημερινή, έγραφε σαν να συζητάει με κάποιον. Γι’ αυτό και πολλές φορές έπαιρνε αφορμή από επιστολές αναγνωστών ώστε να πει όσα είχε να πει. Και παρότι άνθρωπος πολύ διαβασμένος, η λογιοσύνη του σπάνια εκδηλωνόταν. ‘Ηταν εμφανής πάντως όταν αναφερόταν, πάλι και πάλι, σε κάποιο από τα αγαπημένα του θέματα: την Ελληνική Επανάσταση, τη Γαλλική Επανάσταση, τη Ρωσική Επανάσταση. Αλλά και σχεδόν κάθε Μεγάλη Εβδομάδα, οπότε καταπιανόταν με τη “πιο όμορφη ιστορία του κόσμου”, όπως την έλεγε κι αυτός. Η γερή μνήμη του σε αυτά τα θέματα συνδυαζόταν με την προσεχτική μελέτη των πηγών. Λαϊκός ο δημοσιογραφικός λόγος του Καρκαγιάννη, δεν γινόταν ποτέ λαϊκιστικός. Δεν το επέτρεπε αυτό ο κριτικός νους του, που στρεφόταν συχνά αυστηρός σε ό,τι “πολύ αγάπησε”: την Αριστερά. Ξεκαθαρίζοντας πάντως, με κάθε αφορμή, ότι αν ξαναγεννιόταν, τον ίδιο βίο θα ήθελε να ξαναπεράσει. Με όλες τις εξορίες του και τις λοιπές τιμωρίες από τη μητριά πατρίδα, και με όλες τις ιδεολογικές απογοητεύσεις του».
Σ.Σ. Ευχαριστούμε θερμά τον δημοσιογράφο της “Κ” Μιχάλη Κατσίγερα για την παραχώρηση φωτογραφικού υλικού και την συμβολή του στην ολοκλήρωση του αφιερώματος.