«Η Βρύση των Ρόδων» απαντά και φωτίζει μία εποχή
Του Δημητρίου Γ. Νάτσιου
Συναισθηματικοί είναι οι λόγοι που οδήγησαν τον Αντώνη Ανεσιάδη στη συγγραφή του Βιβλίου του με τίτλο « Η Βρύση των Ρόδων».
Από τα συναισθήματα δεν μπορεί να απαλλαγεί ο άνθρωπος. Οι πρόσφυγες-οι άνθρωποι που οι γονείς τους έζησαν τα πρώτα χρόνια της ζωής τους στις αλησμόνητες Πατρίδες (Πόντο, Μικρά Ασία, Δυτική Θράκη) και ήρθαν στη χώρα μας μετά την Μικρασιατική καταστροφή -έχουν έναν επιπρόσθετο λόγο. Μεγάλωσαν σε ένα περιβάλλον που κατακλύζονταν από αναμνήσεις και διηγήσεις μιας χαμένης ζωής.
Ο Αντώνης Ανεσιάδης στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Σ.Θ.» κάνει μια ιστορική και κοινωνική αναδρομή σε αυτή την εποχή και το πόνημά του αποτελεί πολύτιμο κειμήλιο για κάθε Στρυμονοχωρίτη και κάθε Έλληνα προσφυγικής (αλλά και μη) καταγωγής.
Κύριε Ανεσιάδη συναισθηματικό το κίνητρο για το Βιβλίο σας; Ποια η στόχευση σας, ποιο μήνυμα θέλετε να περάσετε;
Το βιβλίο «Η ΒΡΥΣΗ ΤΩΝ ΡΟΔΩΝ» πράγματι γράφηκε για συναισθηματικούς λόγους και η συγγραφή του έγινε για να θυμίζει τούς απογόνους τις ρίζες τους. Ούτε φωτογραφίες των παππούδων μας από τον τόπο που δημιούργησαν οικογένειες ούτε γραπτά κείμενα υπήρχαν.
Πιστεύω ότι το κεντρικό μήνυμα του βιβλίου συνοψίζεται στο γεγονός ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιοί ήμασταν και που βαδίζουμε.
Την απόφαση να γράψω το βιβλίο την έλαβα μετά την πρώτη μου επίσκεψη στο τόπο που γεννήθηκαν οι γονείς μου. Κατά την επιστροφή μου και τις ώρες της μακράς οδήγησης συνειδητοποίησα γιατί στο πατρικό μου υπήρχε πάντα κρεμασμένο το κάδρο με την φωτογραφία του Ελευθερίου Βενιζέλου. Σήμερα πιστεύω ότι την τοποθέτησε εκεί ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τον κυβερνήτη που τον έσωσε από το αυταρχικό και οπισθοδρομικό καθεστώς των Οθωμανών .
Διαβάζοντας τα τόσα στοιχεία που αναφέρονται στο βιβλίο, καταλαβαίνει ο αναγνώστης ότι χρειάστηκαν μεγάλη προσπάθεια, πολύς κόπος και χρόνος για την συγγραφή. Τυχεροί οι χωριανοί σας για αυτό το μεγάλο δώρο που τους κάνετε και που θα αποτελέσει πολύτιμο κειμήλιο για κάθε οικογένεια.
Πράγματι η συγγραφή του κράτησε πέντε χρόνια γιατί πέρα από την απογραφή των προσφύγων όφειλα να διασταυρώσω πολλές, άλλες πληροφορίες. Αποφασιστική ήταν και η συμβολή των γραπτού γενεαλογικού δένδρου που συνέταξε ο ομοχώριος και μεγαλύτερος μου Παπαδόπουλος Μιχαήλ του Χαράλαμπου, ο οποίος παντρεύτηκε την κόρη του Ραφαήλ Μυρωνίδη που γεννήθηκε στο Γκιουλ Πιναρ του Ακταγματεν και που οι δυο τους επισκέφθηκαν το χωριό σε χρόνο προγενέστερο. Πιστεύω ότι το βιβλίο αυτό θα έχει ιστορική αξία για τις επόμενες γενιές και όχι μόνο για τους Στρυμονοχωρίτες.
Με αφορμή την ιστορία του χωριού σας, κάνετε μια ευρεία κοινωνική και οικονομική ανάλυση των χρόνων από την εγκατάσταση των προσφύγων στη χώρα μας μέχρι τις μέρες μας.
Η ιστορία του Στρυμονοχωρίου είναι ουσιαστικά η ιστορία όλων των χωριών του κάμπου. Οι λεπτομέρειες αλλάζουν. Η διευθέτηση της κοίτης του Στρυμόνα είναι ένα ιστορικό γεγονός που άλλαξε την ζωή πολλών χωριών του Κάμπου. Η διάδοση νέων καλλιεργειών, νέων συνηθειών σίτισης και εργασίας δεν έγιναν μόνο στο Στρυμονοχώρι, αλλά σε όλους τους οικισμούς και χωριά που εγκαταστάθηκαν οι πρόσφυγες.
Προκύπτει από το βιβλίο σας η ταραχώδης ζωή της χώρας μας το πρώτο μισό, τουλάχιστον, του 20ού αιώνα. Θεωρείτε πιο οδυνηρό απ΄ όλα τον εμφύλιο πόλεμο; Και πως νοιώθετε που και σήμερα ακόμα, 70 χρόνια μετά, πολιτικές δυνάμεις τρέφουν τον διχασμό και είναι «κολλημένη η βελόνα τους» σε εκείνη την εποχή;
Είναι πεποίθηση μου ότι ο εμφύλιος μας οδήγησε στον σκοταδισμό. Προσωπικά μου είναι αδιάφορο ποιος φταίει ή ποιος ήταν ο νικητής ή ο ηττημένος. Ο μόνος ηττημένος ήταν η κοινωνία και ο άνθρωπος .Το γεγονός είναι ότι το σύνολο της κοινωνίας ρημάχτηκε ψυχολογικά και οικονομικά. Υπήρχαν στις τάξεις και των «νικητών των «ηττημένων» αυτοί που σήμερα αποκαλούμε «λαμόγια», δηλαδή εγκληματίες, επίορκοι, ψεύτες και κλέφτες, κλεπταποδόχοι, εκβιαστές, κλπ. που απέκτησαν και πολιτική δύναμη.
Υπήρχαν όμως και πεινασμένοι που με το υστέρημά τους χόρτασαν άλλους πεινασμένους.
Στον επίλογο του βιβλίου γράφω με τον « κακό» Καραμανλή και τον «λαοπλάνο» Παπανδρέου όλες οι οικογένειες απέκτησαν σπίτι, αυτοκίνητο, τηλέφωνο, φως, νερό, και όχι μόνο. Θα συμπληρώσω εδώ έναν επιστημονικό όρο περάσαμε το κατώφλι της ευημερίας.
Δίνετε στοιχεία για τον κλήρο που είχε διανεμηθεί στους κατοίκους και το 1931 και το 1957. Έχοντας γνώση του αγροτικού χώρου και κρίνοντας νηφάλια τελικά η μετανάστευση, σε Γερμανία, Βέλγιο, Σουηδία και άλλες χώρες, εκτός από αναγκαία αποδείχτηκε και επωφελής; Αφού αφενός έδωσε την δυνατότητα εκμετάλλευσης περισσότερων στρεμμάτων σε όσους δεν έφυγαν και αφετέρου οι μετανάστες πρόκοψαν και ως συνταξιούχοι πια, που εδώ και χρόνια ζουν στην Ελλάδα με υψηλές αποδοχές, έκτισαν σπίτια, πάντρεψαν τα παιδιά τους και ζουν μια αξιοπρεπή ζωή.
Πράγματι η μετανάστευση ωφέλησε και αυτούς μου μετανάστευσαν και αυτούς που έμειναν στα χωριά τους. Πιστεύω ότι η μετανάστευση ωφελεί περισσότερο τις χώρες που δέχονται τους μετανάστες όταν αυτό γίνεται οργανωμένα όπως έγινε με την μετανάστευση στη Γερμανία. Υπάρχουν εδώ και δεκαετίες πολλές μελέτες που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι μετανάστες ωφελούν και τους ίδιους και την χώρα τους, αλλά κυρίως την χώρα υποδοχής με την προϋπόθεση οι μετανάστες να ενσωματωθούν στο περιβάλλον της χώρας υποδοχής. Η εσωστρέφεια είναι ανασταλτικός παράγοντας της ανάπτυξης .Το αντίστροφο συμβαίνει με την εξωστρέφεια.
Η ενσωμάτωση του προσφυγικού πληθυσμού ήταν δύσκολη περιγράφετε. Το θεωρείτε αναμενόμενο για την κατάσταση της χώρας, την φτώχεια της και το χαμηλό πνευματικό επίπεδο της εποχής;
Η ενσωμάτωση των δύο πληθυσμών με διαφορετικά ήθη και έθιμα, με διαφορετική γλώσσα ήταν αναμενόμενο να συναντήσει πολλά εμπόδια. Από την μία πλευρά οι ντόπιοι που δεν σήκωσαν ποτέ το κεφάλι στους Οθωμανούς ,από την άλλη οι πρόσφυγες που ποτέ δεν έσκυψαν το κεφάλι στους Οθωμανούς . Λαός εργατικός ,μορφωμένος, υπερήφανος δίκαιος και πάντα να σέβεται την ξένη ιδιοκτησία. Ήταν επόμενο ότι σύντομα θα ξεπερνούσαν την καχυποψία. Δυστυχώς οι έποικοι Βούλγαροι, που μιλούσαν την ίδια ή παραπλήσια γλώσσα, πλιατσικολόγοι στην πλειοψηφία τους, σε συνδυασμό με τον τραχύ χαρακτήρα των ποντίων παρέτειναν τον φόβο και την καχυποψία και άρα τον χρόνο ενσωμάτωσης.
Όλοι οι Έλληνες θαυμάζουμε την επιμονή των ποντίων στα έθιμα και τις παραδόσεις τους, τον διαρκή αγώνα για την αναγνώριση της γενοκτονίας τους, την αντίστασή τους στα εκφυλιστικά συμπτώματα των καιρών. Κάνατε ένα κύκλο ζωής με πολλές εμπειρίες. Τι έχετε να μας πείτε για την δυνατή ράτσα σας. Εσείς πόσο πόντιος αισθάνεστε σήμερα και έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε αυτό το ταξίδι στον τόπο καταγωγής;
Η εμμονή στα έθιμα και στις παραδόσεις είναι φυσιολογική. Είναι τρόπος ζωής που υποστήριζε και η εκκλησία. Πιστεύω ότι συνετέλεσε και η εκπαίδευση που γινόταν αφού στα περισσότερα χωριά υπήρχαν και σχολεία . Στα σχολεία μαθαίνανε την ιστορία τους αλλά και τα δικαιώματά και τις υποχρεώσεις τους. Γνωρίζανε ότι η εργασία είναι καθήκον και το κλέψιμο είναι αμαρτία .Ήταν αδιανόητο να μην φιλοξενήσουν τον περαστικό. Η συνήθεια αυτή ήταν κανόνας ακόμη και στο Στρυμονοχώρι μέχρι και την δεκαετία του 1960. Η ασέβεια στους μεγαλύτερους προκαλούσε την κοινωνική περιφρόνηση. Πολλοί θεωρούν ότι τα έθιμα των ποντίων περιορίζονται στον χορό και στα τραγούδια. Πολλοί πόντιοι τηρούν ακόμη το έθιμο να πάνε οι γονείς του γαμπρού να ζητήσουν την νύφη για τον γιο τους. Να πάνε τον γαμπρό στην εκκλησία πίνοντας και χορεύοντας. Κάποιοι θα πούνε αυτά είναι αναχρονιστικά. Στην δημοκρατία όλοι έχουν άποψη και οι πόντιοι την δική τους, με την διαφορά ότι την άποψή τους στα θέματα αυτά την λένε φωναχτά.