O Σερραίος δημοσιογράφος υποστηρίζει ότι το έντυπο μέσο δεν θα πεθάνει ποτέ
O Σερραίος δημοσιογράφος Σπύρος Κουζινόπουλος υπηρέτησε με αφοσίωση και συνέπεια το δημοσιογραφικό επάγγελμα για τέσσερις δεκαετίες περίπου. Εργάστηκε σε διευθυντικές θέσεις σε εφημερίδες, πρακτορεία ειδήσεων. Σήμερα, απόμαχος της δημοσιογραφίας μίλησε στο «Σ.Θ.» για το παρόν και το μέλλον του Τύπου στην πατρίδα μας. Ο Σπύρος Κουζινόπουλος βρέθηκε στις Σέρρες το απόγευμα της Δευτέρας, 31 Μαρτίου, για την παρουσίαση του βιβλίου του με τίτλο « Οι μεγάλες πολιτικές δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη του 20αιώνα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ.
ΕΡ: Ως απόμαχος της δημοσιογραφίας, κύριε Κουζινόπουλε, πως βλέπετε το μέλλον του Τύπου και της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα; Θα κυριαρχήσουν κατά κράτος οι ηλεκτρονικές εκδόσεις έναντι των έντυπων;
Έχουμε την μεγάλη ανάπτυξη των ηλεκτρονικών μέσων Ενημέρωσης άλλα πιστεύω ότι η έντυπος λόγος και Τύπος πάντα θα χρειάζεται. Οι εφημερίδες πάντα θα υπάρχουν με την προϋπόθεση ότι πρέπει να αλλάξουν, να προσαρμοστούν στα σημερινά δεδομένα. Είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ τους New York Times και Chicago Tribune. Τότε προετοίμαζαν τις ηλεκτρονικές τους εκδόσεις. Έλεγαν τότε ότι οι εφημερίδες που στηρίζονται σε άρθρα, γνώμες που προσπαθούν να δώσουν στους αναγνώστες τους όχι μασημένη τροφή άλλα μία σωστή ανάλυση έξω από στερεότυπα, κομματικά οικονομικά και άλλα, αυτές πάντα θα χρειάζονται και πάντα θα υπάρχουν.
ΕΡ: Δραστηριοποιηθήκατε επαγγελματικά στη Θεσσαλονίκη. Πόσα χρόνια πιστεύετε ότι πρέπει να περάσουν και μέσα από δουλειά η πόλη της Θεσσαλονίκης να αποκτήσει ένα καθημερινό έντυπο ισάξιο των εφημερίδων «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ»- «ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ» των δεκαετιών του 1970 και του 1980;
Αυτή είναι μία μεγάλη τραγωδία, το γεγονός ότι η δεύτερη πόλη της χώρας σχεδόν δεν έχει εφημερίδες. Τόσο η Μακεδονία όσο και ο Αγγελιοφόρος παραπαίουν, είναι και οι δύο στα πρόθυρα της διάλυσης, αν και είμαστε σε μία εποχή και σε ένα ευρωπαϊκό ενιαίο χώρο, όπου οι επαρχιακές – περιφερειακές εφημερίδες ανθούν περισσότερο από ότι ανθούν οι κεντρικές εφημερίδες. Δυστυχώς, οι εκδότες δεν ενστερνίστηκαν το πνεύμα της εποχής, δεν έκαναν εκείνες τις αλλαγές και βέβαια εκείνες τις επενδύσεις που απαιτούνταν. Πίστευαν όλοι ότι μπαίνουν στο χώρο του Τύπου για να έχουν στα χέρια τους ένα μέσο πίεσης για τις άλλες τους επιχειρηματικές δραστηριότητες. Έπρεπε έγκαιρα να δώσουν βάρος στην οργάνωση σωστών εφημερίδων που να απευθύνεται σε ένα κοινό ευρύτατο, δεν το έκαναν. Οπότε σήμερα πληρώνουν τα επίχειρα των πράξεων τους.
Δ.Ν.