Μέρος 7ο
Γράφει ο Θεολόγης Ανδρονίδης
Iώσηπος Mοισιόδαξ (1725-1800)
Ο Iώσηπος Μοισιόδαξ είναι ο πρώτος που θεωρεί ότι η μετάφραση πρέπει να είναι ακριβής με εκλαϊκευτικό ύφος και ξεκάθαρο εκπαιδευτικό στόχο. Επίσης αποτελεί παράδειγμα ενός βαλκάνιου εξελληνισμένου λόγιου που στα έργα του αναφέρεται στο Νεύτωνα, στον Τζων Λοκ. Το όνομα του προκύπτει από το Μοισός + Δαξ δηλαδή Θράκας και Δάκας, Ρουμάνος δηλαδή. Στα 1765, κατά τη διάρκεια ενός δημόσιου μαθήματός του, αναφέρεται στον Bολταίρο, ενώ είναι παρών και ο ηγεμόνας της Mολδαβίας,.
Μαχητικός και γνώστης του εθνικού παρελθόντος αλλά και του παρόντος δεν διστάζει να πάρει θέση στο ζήτημα της διαμάχης Παλαιών και Nεωτέρων, και να υιοθετήσει μια θεμελιώδη κριτική στάση ως προς την προσέγγιση της κλασικής αρχαιότητας και γραμματείας από τους συγχρόνους του.
Γράφει λοιπόν: ένα ελάττωμα είναι ο άκριτος μηρυκασμός της αρχαίας σκέψης θαρρείς και εκείνοι όλα τα έχουν κάνει τέλεια με αποτέλεσμα το μίσος για οτιδήποτε νέο φτάνει από την Δυτική Ευρώπη και το άλλο ελάττωμα έγκειται στην επιλεκτική έκδοση αρχαίων συγγραμμάτων που πάει να πει ότι έχουμε επαναπαυτεί σε μερικά και μόνο από αυτά και δεν εντρυφούμε σε πολλά άλλα που ίσως να είναι και σημαντικότερα.
H μίμηση της Ευρώπης αποτελεί για τον Mοισιόδακα τη μόνη και ασφαλή οδό προόδου και η μετάφραση επωμίζεται το κύριο βάρος μεταφοράς και εκλαΐκευσης των γνώσεων.
Ο Μοισιόδαξ ήταν ο διάδοχος του Θεοτόκη στη σχολαρχία της Αυθεντικής Ακαδημίας του Ιασίου. Είχε καινοτόμες φιλοσοφικές και κοινωνικές αντιλήψεις κι ήταν ένας από τους πιο ένθερμους και μαχητικούς οπαδούς της νεωτερικής φιλοσοφίας. Υποστήριξε με φανατισμό την διδασκαλία των μαθηματικών και της φυσικής και μάλιστα σε Νεολληνική γλώσσα αν και δέχτηκε άγριο πόλεμο και χλευασμό από τους συντηρητικούς λόγιους και τους κύκλους της παράδοσης.
Γεννημένος το 1725 στο χωριό Τσέρναβόδα της Β.Α. Βουλγαρίας πήρε το όνομα Ιώσηπος όταν χειροτονήθηκε διάκονος το δε πραγματικό του όνομα αγνοείτε.
Η «Απολογία» είναι το σημαντικότερο έργο που μας άφησε . Εκεί εκθέτει τις απόψεις του για την παιδεία την φιλοσοφία και αντικρούει τις κατηγορίες των αντιπάλων του. Αναφέρει διάφορες θέσεις του Αριστοτέλη τις οποίες αναιρεί σύμφωνα με τις απόψεις της νεότερης φιλοσοφίας. Κατηγορεί τους αντιπάλους του ότι δεν έχουν διαβάσει τους σύγχρονους όπως το Νεύτωνα, τον Λάιμπνιτς , τον Κέπλερ, τον Κασσινί και άλλους γιατί αγνοούν ξένες γλώσσες και τα έργα τους φυσικά δεν είχαν μεταφραστεί στα ελληνικά. Αναφέρει τα όργανα τα οποία εφηύρε η νεότερη φυσική όπως η πνευματική αντλία, το τηλεσκόπιο, το μικροσκόπιο, το θερμόμετρο, το βαρόμετρο, την ηλεκτρική μηχανή κι άλλα και επίσης αναφέρει κατακτήσεις του πνεύματος και ανακαλύψεις όπως ότι η γέννηση των ζώντων οργανισμών γίνεται πάντα από σπόρους ή αυγά και ποτέ «εκ σήψεως» όπως υποστηρίζει ο Αριστοτέλης. Επίσης υποστήριζε ότι όλα τα σώματα έχουν βάρος, ότι το χρώμα των σωμάτων οφείλεται στις ακτίνες που πέφτουν πάνω τους, ότι η Γη κινείται γύρω από τον άξονα της και γύρω από τον ήλιο, ότι υπάρχουν κηλίδες στον ήλιο και δορυφόροι στον Διά και στον Κρόνο και άλλες κατακτήσεις που ήταν αντίθετες στις θεωρίες της Αριστοτελικής θεωρίας.
Η τοποθέτηση του υπέρ της διδασκαλίας της δημώδους ελληνικής γλώσσας στις νεωτερικές φιλοσοφίες και ιδιαίτερα στις θετικές επιστήμες ξεσήκωσε αντίδραση ενάντια του. Τον κατηγόρησαν ότι τα μαθήματα που παραδίδει είναι μπακάλικα, ότι συγγράφει και διδάσκει στο απλό ύφος γιατί δεν κατανοεί το αρχαίο ελληνικό και ότι δεν παραδίδει τη λογική του Βούλγαρη γιατί επίσης δεν την κατανοεί.
Κατά τον Μοισιόδακα υγιής φιλοσοφία είναι μια θεωρία ολική η οποία ερευνά την φύση των πραγμάτων ώστε να βρει ο άνθρωπος την αληθινή ευδαιμονία την οποία μπορεί να απολαύσει στη Γη. Είναι εμφανής η επιρροή της Επικούρειας φιλοσοφίας που μετά την Αναγέννηση διαδίδεται στην δυτική Ευρώπη διά μέσου του έργου του Λουκρήτιου.
(συνεχίζεται)