Γράφει ο Δημήτρης Καμπουράκης
Συζητούσα προ ημερών με παλαιό συνάδελφο (εφημεριδά, όχι τηλεοπτικό), ο οποίος ευδοκίμως τερματίσας την εργασιακή του πορεία, απολαμβάνει πλέον τη σύνταξη του. Επί 42 χρόνια δούλεψε σκληρά και αδιάλειπτα, ξεκίνησε από κλητήρας και συνταξιοδοτήθηκε ως διευθυντής φύλου, οπότε έβγαλε μια τρομερή σύνταξη. Περί τις 2.400 ευρώ η βασική του, συν άλλα 400 η επικουρική. Δεν του έκαναν καμιά χάρη, στην καριέρα του είχε πολύ μεγάλους μισθούς και αντίστοιχες θηριώδεις ασφαλιστικές κρατήσεις. Δίκαιο να βγάλει 2.800 ευρώ σύνταξη. Αλλά βιώσιμο;
Καθισμένος στο καφέ της πλατείας, μου εξηγούσε ότι πλέον θα απολαύσει το υπόλοιπο του βίου του δίχως κούραση, άγχος και οικονομικές σκοτούρες. Για έναν επιπλέον λόγο. Η σύζυγος του, στέλεχος ιδιωτικής τράπεζας για δεκαετίες, συνταξιοδοτήθηκε και αυτή στα 62 της χρόνια, με μια σύνταξη 2.100 ευρώ. Στο νοικοκυριό μπαίνουν πια 4.900 ευρώ τον μήνα. Τεράστιο ποσό για δυο ώριμους ανθρώπους που πλέον δεν έχουν άλλες υποχρεώσεις πέραν του να θρέψουν και να συντηρήσουν το σαρκίο τους.
Ο γιος τους, τριανταπεντάρης πια, έχει τη δική του ζωή και την οικονομική του ανεξαρτησία. Σπουδασμένο παλικάρι, εργάζεται σε εταιρεία που ασχολείται με την ενέργεια, χτίζει κι αυτός καριέρα σιγά-σιγά. «Πάει εξαιρετικά ο γιος μου» είπε ο φίλος μου με περηφάνια, «δουλεύει σε μεγάλη εταιρεία με πολύ καλές προοπτικές, παίρνει αυτή την στιγμή 1.500 ευρώ καθαρά, παίρνει περίπου τόσα και η κοπέλα του, νοίκι δεν πληρώνουν, όλα καλά λοιπόν και για μας και για τα παιδιά μας».
Εδώ ήταν που μου έκανε «κλικ». Διότι όσο ειδυλλιακή φαντάζει η «μίκρο»-εικόνα, τόσο πιο ζοφερή διαγράφεται η «μάκρο» πραγματικότητα. Για να είναι οικονομικά βιώσιμη μια χώρα, πρέπει να είναι βιώσιμο το ασφαλιστικό της σύστημα. Αν το ασφαλιστικό της δεν αυτοτροφοδοτείται, αλλά χρειάζεται μια ντουζίνα δισεκατομμύρια συμπλήρωμα κάθε χρόνο από τον προϋπολογισμό, τότε πορευόμαστε όλοι μαζί με μια μαύρη τρύπα φορτωμένη στους ώμους μας. Κι αν αυτή η μαύρη τρύπα σταδιακά σμικρύνεται, καημός δεν είναι. Αλλά αν χρόνο με τον χρόνο διογκώνεται, τότε αλλοίμονο μας.
Πάμε παρακάτω. Πότε ένα ασφαλιστικό σύστημα αυτοτροφοδοτείται, άρα είναι βιώσιμο; Όταν αντιστοιχούν τέσσερις εργαζόμενοι σε έναν συνταξιούχο. Η «αλληλεγγύη των γενεών» στην οποία στηρίζεται το αναδιανεμητικό ασφαλιστικό μας σύστημα, ορίζει ότι οι εισφορές των σημερινών εργαζομένων πληρώνουν τις συντάξεις όσων είναι πλέον απόμαχοι. Οι σημερινοί συνταξιούχοι πλήρωσαν τους γέροντες της εποχής τους και οι σημερινοί εργαζόμενοι θα πληρωθούν ως συνταξιούχοι από τις εισφορές των αυριανών εργαζομένων.
Καλό το θεωρητικό μοντέλο, αλλά η σημερινή πραγματικότητα του βγάζει τη γλώσσα κοροϊδευτικά. Δυο συνταξιούχοι που παίρνουν 4.900 ευρώ σύνταξη, έχουν γεννήσει έναν εργαζόμενο που πληρώνει μηνιαία εισφορά περί τα 300 ευρώ. Βγαίνει; Αμ δεν βγαίνει. Θα μου πείτε ότι το ζευγάρι των φίλων μου είναι η εξαίρεση της εξαίρεσης. Η μέση σύνταξη στη χώρα δεν είναι 2.500 ευρώ, αλλά 816,95 (με στοιχεία Ιουνίου). Σύμφωνοι, αλλά ούτε ο μέσος μισθός είναι 1.500 καθαρά. Είναι 1.251 ευρώ μεικτά. Όσο για την αναλογία εργαζομένων-συνταξιούχων, προφανώς δεν είναι 1 προς 2 (όπως στη συγκεκριμένη οικογένεια), αλλά επίσημα είμαστε στο 1,7 προς 1. Πάλι η απόκλιση από το 4 προς 1 είναι δραματική.
Και ποια είναι η λύση, θα ρωτήσετε; Μήπως να μειώσουν τις μεσαίες και μεγάλες συντάξεις; Όχι βέβαια, διότι τότε κανένας με καλές αποδοχές δεν θα ασφαλίζεται. Θα βρίσκει τρόπους μαύρης εργασίας. Εξάλλου, όταν ο φίλος μου δούλευε με πολύ υψηλές αποδοχές, συντηρούσε μόνο αυτός με τις εισφορές του δυο χαμηλοσυνταξιούχους. Τώρα να μεταβληθεί ο ίδιος σε χαμηλοσυνταξιούχο, ενώ έκανε το καθήκον του και με το παραπάνω; Μη παραδεκτό.
Η θεωρητική λύση είναι να αντιστραφεί το δημογραφικό μας, ενώ παράλληλα να συνεχίζει να αναπτύσσεται η οικονομία. Να δουλεύουν περισσότεροι και με καλύτερες αποδοχές, ώστε να αρκούν οι εισφορές τους για τους νυν συνταξιούχους. Δεν θα γίνει αυτό βέβαια, το βλέπετε γύρω σας. Μπορεί η οικονομία βραχυπρόθεσμα να αναπτύσσεται, αλλά τα παιδιά μειώνονται και οι συνταξιούχοι αυξάνονται. Μόλις σας περιέγραψα το μεγαλύτερο και προφανώς άλυτο εθνικό μας πρόβλημα, το οποίο θα βρούμε νομοτελειακά μπροστά μας. Δεν ξέρω πότε, αλλά θα το βρούμε.
Στους δε φίλους μου που απολαμβάνουν τις παχυλές (και δίκαιες) συντάξεις τους, δίνω μια απλή συμβουλή. Να αποταμιεύουν ένα κομμάτι απ’ αυτά που παίρνουν τώρα που τα παίρνουν, διότι τα μαθηματικά και η λογική λένε ότι δεν πρόκειται να φθάσουν στα 85 τους χρόνια και να εισπράττουν τα ίδια. Κάποιο κραχ θα μεσολαβήσει πάλι. Δυστυχώς.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο liberal.gr