Γράφει ο Θεολόγης Ανδρονίδης
Όμως τα σημαντικότατα περιβαλλοντικά γεγονότα που συνέβησαν και η φοβερή φτώχεια που ενέσκηψε στις πρώτες δεκαετίες του 19ου ξεχείλισαν το ποτήρι της δυσαρέσκειας. Για τον ξεσηκωμό συνετέλεσε επίσης όλο το επαναστατικό κλίμα που δημιουργήθηκε μετά το 1815 στην Ευρώπη, ειδικά στην Γαλλία, στην Ιταλία και στην Αγγλία. Ειρήσθω εν παρόδω ότι έχουμε βάσιμα στοιχεία να πιστεύουμε ότι ο Κοραής αν δεν ήταν Καρμπονάρος επηρεάσθηκε από τους Ιταλούς επαναστάτες.
Μια ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον καθηγητή και γενικό γραμματέα της Ακαδημίας Αθηνών Χρήστο Ζερεφό, μελέτησε την αξία του σίτου στο χρηματιστήριο του Λονδίνου κατά την περίοδο 1751-1850, όπου καταγράφεται σημαντική αύξηση των τιμών στα χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση και κατέληξε στα εξής: «Ταυτόχρονα, όπως βλέπει κανείς από τις θερμοκρασίες αλλά και την παραγωγή του σίτου, από μοντέλα που έχουμε σήμερα δημιουργήσει για να προσομοιάσουμε τη σιτοπαραγωγή, προκύπτει η σημαντική μείωση της θερμοκρασίας στην Ευρώπη τα χρόνια που ακολούθησαν την έκρηξη του Ταμπόρα και η εμφάνιση μεγάλης σιτοδείας στους βασικούς σιτοβολώνες της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ιδιαίτερα της περιοχής των Βαλκανίων»
Η σιτοδεία δημιούργησε εφιαλτική φτώχεια, η οποία αθροίστηκε στο υπόβαθρο της εξαθλίωσης των Ελλήνων που τόσο χαρακτηριστικά περιγράφεται στο έργο του François Pouqueville “Histoire de la régénération de la Grèce” «Ιστορία της αναγέννησης της Ελλάδας».
Και όπως είπαμε, βασική αιτία της σιτοδείας υπήρξε η σκίαση του φωτός και η μείωση της φωτοσύνθεσης στους βασικούς σιτοβολώνες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Εκτιμήσεις παλαιοκλιματικών μοντέλων που αναπτύσσουμε στο Κέντρο Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών δείχνουν ότι η σκίαση του Ηλίου έφθασε μέχρι και 25%, ενώ παράλληλα η θερμοκρασία έπεσε έως και 3 βαθμούς Κελσίου τη χρονιά μετά την έκρηξη του Ταμπόρα. Αποτέλεσμα, η μείωση της σιτοπαραγωγής έως και κατά 25% στους μεγαλύτερους σιτοβολώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με συνέπεια οι τιμές του σίτου στο χρηματιστήριο του Λονδίνου να αυξηθούν έως και 150%», σημειώνει ο κ. Ζερεφός.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η μεταεπαναστατική Ελλάδα είχε να αντιμετωπίσει τις δημογραφικές επιπτώσεις που προκλήθηκαν τόσο από τις σφαγές των Οθωμανών αλλά και από τους θανάτους που προκλήθηκαν από τις δύσκολες υγειονομικές συνθήκες διεξαγωγής του αγώνα. Αλλά δεν έφτανε μόνον αυτό. Η έλλειψη υγειονομικής περίθαλψης και οι επιδημίες που έπληξαν την χώρα κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 30-πανούκλα, χολέρα– προκάλεσαν σχεδόν ισάριθμους ή και περισσότερους θανάτους με εκείνους των πεδίων των μαχών. Τόσο από τη μόλυνση και την αδυναμία αντιμετώπισης των τραυμάτων όσο και από τις αναρίθμητες μικρότερες ή μεγαλύτερες επιδημίες, αλλά και από άγνοια περίθαλψης, οι περισσότεροι χάθηκαν εντελώς άδοξα.
Οι επιδημίες κατέληξαν να είναι τόσο μεγάλη μάστιγα που ανάγκασαν τον κυβερνήτη Καποδίστρια να λάβει μέτρα.
Επισκέφθηκε ο ίδιος τις πληγείσες περιοχές για να ελέγξει την κατάσταση και να λάβει αυστηρά μέτρα για να προφυλάξει τους κατοίκους από την επιδημία. Επίσης ζήτησε από τους Υδραίους και τους Σπετσιώτες να μπουν σε καραντίνα οι οικογένειες που είχανε νοσήσει. Διέταξε να οριστούν πολίτες οι οποίοι είχαν προσβληθεί είτε από πανώλη είτε από άλλες επιδημίες και επιβίωσαν, δηλαδή είχαν αποκτήσει ανοσία, και καθήκον τους ήταν να θάβουν τους νεκρούς και να καθαρίζουν τους μολυσμένους χώρους και τα σπίτια που έζησαν ασθενείς. Αυτοί είναι οι περιβόητοι Μόρτηδες. Εξελίχτηκαν δε σε συντεχνία, ένα επικερδές επάγγελμα με αποκλειστικότητα τις ταφές των νεκρών κι όχι μόνον. Η λέξη Μόρτης προέρχεται από τα Ιταλικά morto, morta = o νεκρός και morte= θάνατος, και σημαίνει αυτός που αψηφά τον θάνατο.
Ένα άλλο μέτρο που πήρε ήταν: να υπάρχει ισχυρή επαγρύπνηση στις επαφές των συγγενών των νοσούντων, να μην συναντιώνται σε δημόσιους χώρους, να καίγονται τα ρούχα όσων είχαν πεθάνει από τη νόσο και όποιος ήταν ύποπτος να εκδηλώσει την ασθένεια να μπαίνει υποχρεωτικά σε καραντίνα για 50 μέρες.
Η χολέρα εντωμεταξύ συνέχισε να πλήττει το ελληνικό κράτος μέχρι και τη δεκαετία του 1850. Όταν στον θρόνο ανέβηκε ο Όθων, αρχικά οι κυβερνήσεις του δεν πήραν τα κατάλληλα μέτρα και όταν τελικά αναγκάστηκαν να τα πάρουν ήταν πλέον αργά. Έπρεπε να έρθει το 1847 και με διάταγμά του να παρθούν μέτρα κατά της μετάδοσης της χολέρας. Ένα από αυτά : τα πλοία και οι άνθρωποι που έρχονται από μέρη όπου υπάρχει χολέρα ή υπήρχε στο παρελθόν θα γίνονται δεκτά στα λοιμοκαθαρτήρια της Σύρου, της Αίγινας, της Σκιάθου και στο νησί άγιος Σώστης Μεσολογγίου.
(συνεχίζεται)