“Το πιο επικίνδυνο είναι ότι δεν έχει πάρει κανένα μάθημα από την πανδημία. Σχεδιάζει συρρίκνωση του ΕΣΥ με κλείσιμο νοσοκομείων”
Του Δημητρίου Γ. ΝάτσιουΧωρίς φόβο και πάθος καταθέτει τα δικά της επιχειρήματα η πρώην περιφερειάρχης Αττικής και μέλος του ΠΣ του ΣΥΡΙΖΑ Ρένα Δούρου. Στο περιθώριο της πρόσφατης επίσκεψης στο Νομό Σερρών η Ρένα Δούρου παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στο «Σ.Θ.» και απάντησε στις ερωτήσεις που τις θέσαμε. Υπεραμύνεται για τον τρόπο που ο ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ επιλέγει να ασκεί αντιπολίτευση στην κυβέρνηση Μητσοτάκη στο θέμα της πανδημίας και τονίζει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν κυβέρνηση την εποχή του κορωνοιού θα είχε επιλέγει η ενωτική οδός και η προσπάθεια να πειστούν όσοι φοβούνται ή ανησυχούν να εμβολιαστούν. Πως είδατε τα πράγματα στην περιοχή μας; Η εκλογική απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι – κατά κοινή ομολογία – περιορισμένη στο νομό μας ενώ παρατηρήθηκαν και κάποιες «αρρυθμίες» γύρω από τα συλλογικά σας όργανα πριν λίγο καιρό με τη παραίτηση του κ. Σεβασλίδη. Στη σημερινή συγκυρία το κρίσιμο για τους πολίτες δεν είναι οι εσωτερικές διεργασίες ενός κόμματος που από τα γεννοφάσκια του χαρακτηρίζεται από την εσωτερική δημοκρατία, τον πλουραλισμό και την ελευθερία έκφρασης. Το κρίσιμο είναι να εντοπίζουμε τα προβλήματα και να προτείνουμε ρεαλιστικές και προωθητικές λύσεις που να στοχεύουν σε βιώσιμη ανάπτυξη, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και μείωσης των ανισοτήτων που πολλαπλασιάζονται και βαθαίνουν εξαιτίας των κυβερνητικών πολιτικών. Και νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και στην Περιφερειακή Ενότητα Σερρών όπως σε όλη τη χώρα, δίνει τη μάχη, μέσα σε δύσκολες συνθήκες, απέναντι σε πολιτικές που απαξιώνουν τις μεγάλες τοπικές δυνατότητες σε επίπεδο οικονομίας και περιβάλλοντος. Σε αυτό το πλαίσιο, συζητήσαμε με τους τοπικούς φορείς και τους εργαζόμενους του φορέα Προστασίας της λίμνης Κερκίνης το πώς το σπουδαίο αυτό οικοσύστημα μπορεί να γίνει ισχυρό χαρτί ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας και όχι μόνο. Δυο χρόνια μετά την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και σύμφωνα με όλες οι δημοσκοπήσεις η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ανεβάζει την αποδοχή της στο εκλογικό σώμα και διευρύνει τη διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τις εθνικές εκλογές. Είναι η απογοήτευση από την κυβερνητική θητεία ή η επιτυχής διακυβέρνηση Μητσοτάκη που ευθύνεται για αυτό; Μόνο επιτυχημένη δεν χαρακτηρίζεται η διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Και αυτό δεν το λέει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά οι πολίτες στις δημοσκοπήσεις που πλέον καταγράφουν την υψηλή δυσαρέσκειά τους, για παράδειγμα σε ό,τι αφορά στη διαχείριση της πανδημίας. Οι ίδιες δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν και τη μεγάλη ανησυχία των πολιτών σε ό,τι αφορά την οικονομική κρίση, την παιδεία, την υγεία. Έτσι, μπορεί ακόμη να προηγείται στους αριθμούς η κυβέρνηση, ωστόσο τα ποιοτικά στοιχεία της κοινωνικής πραγματικότητας, κι εδώ μιλώ και ως επαγγελματίας της επικοινωνίας, δείχνουν τοπίο που βράζει. Με πολλές εστίες έτοιμες να εκραγούν. Άλλωστε δεν είναι τυχαία τα σενάρια που κατά καιρούς διαρρέει το Μαξίμου περί πρόωρων εκλογών. Όπως και να ναι, τα εκλογικά ενδεχόμενα στη σημερινή συγκυρία μοιάζουν εντελώς παράταιρα με τις αγωνίες των πολιτών, που ζουν τις αντικοινωνικές και αντεργατικές πολιτικές της κυβέρνησης, πέρα από τις συνέπειες της πανδημίας. Σχετικά με τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει να τις αμφισβητεί και να τις καταγγέλλει ως αναξιόπιστες. Θεωρείτε ότι είναι κάτι πιστευτό για τον κόσμο ή επαναλαμβάνεται το λάθος των εθνικών εκλογών όπου και πάλι αμφισβητήθηκαν οι δημοσκοπήσεις; Στελέχη σας όπως ο κ. Βερναδάκης διαβεβαίωναν την ηγεσία σας για πράγματα που διαψεύστηκαν στις εκλογές Το θέμα των δημοσκοπήσεων υπερβαίνει τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, τη ΝΔ αλλά και τη χώρα μας. Και το λέω αυτό γιατί σε έναν κόσμο που αλλάζει δραματικά, και τα αναλυτικά εργαλεία των δημοσκοπήσεων υφίστανται αλλαγές και καλούνται να προσαρμοστούν σε αυτές. Δείτε τι έγινε στις εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ αλλά και στη Γαλλία. Θυμηθείτε στη χώρα μας τις εκλογές του 2012 και του 2015, όταν δεν είχαν ανιχνεύσει σωστά τα αποτελέσματα του ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι οι επαγγελματίες του χώρου αναγκάστηκαν να αναπροσαρμόσουν τις μεθόδους τους για να μπορέσουν να πιάσουν τις νέες πολιτικο-κοινωνικές τάσεις. Και η Ελλάδα δεν είναι Γαλατικό χωριό… Και σας φέρνω το πολύ πρόσφατο παράδειγμα της Δύναμης Ζωής, στις εκλογές του 2019, που αν τότε επαληθεύονταν οι δημοσκοπήσεις, δεν θα περνούσα καν στον δεύτερο γύρο. Το ζήτημα λοιπόν της αξιοπιστίας των δημοσκοπήσεων ήταν και είναι υπαρκτό. Και πολύ λογικά αν λάβουμε υπόψη μας, όπως είπα, τις μεγάλες και γρήγορες αλλαγές που συντελούνται παγκοσμίως. Τίποτε δεν είναι δεδομένο, τίποτε δεν είναι σταθερό. Και από τον κανόνα αυτόν δεν ξεφεύγουν ούτε οι εταιρίες δημοσκοπήσεων. Το γνωρίζουμε. Έτσι λαμβάνουμε υπόψη μας τις δημοσκοπήσεις ως άλλο ένα εργαλείο, μαζί με άλλα, για να διαβάζουμε τις εξελίξεις. Γιατί οι αναλύσεις της κοινωνίας δεν είναι αυτοσκοπός. Στοχεύουν ακριβώς στην ανίχνευση των τάσεων που σήμερα είναι υπόγειες, αύριο θα καθορίσουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Εμείς από την πλευρά μας δεν παύουμε να δουλεύουμε για να συνδιαμορφώσουμε μαζί με τους πολίτες εκείνες τις πολιτικές που μπορούν να μετατρέψουν το σημερινό φόβο και την οργή της κοινωνίας σε προωθητική δύναμη ελπίδας και αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει μία μηδενιστική γλώσσα απέναντι στη κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη. «Η χειρότερη διακυβέρνηση της μεταπολίτευσης», «ακροδεξιά διακυβέρνηση» και άλλα παρόμοια βρίσκονται στο καθημερινό λεξιλόγιο. Γιατί επιλέγετε αυτή την πολιτική τακτική, πιστεύεται ότι σας ωφελεί; Η Ρένα Δούρου κατά την διάρκεια της συνέντευξης της στο “Σ.Θ.” με τον Δημήτρη Νάτσιο. Δεν είναι ζήτημα λεξιλογίου αλλά πραγματικότητας. Σήμερα ζούμε την προσπάθεια μιας αυταρχικής νεοδεξιάς να αποδομήσει τα θεμέλια βασικών πολιτικών, στην οικονομία, την εργασία, την παιδεία, που λειτουργούσαν, με κενά και προβλήματα βέβαια, ως προϋποθέσεις κοινωνικής συνοχής. Πλέον η κυβέρνηση Μητσοτάκη εφαρμόζει προγραμματική αντι-μεταρρύθμιση από τα εργασιακά και την παιδεία ως την κοινωνική ασφάλιση. Βγάζει από τη ναφθαλίνη καταδικασμένα δόγματα, θατσερικού τύπου, για να πλήξει εργασιακά δικαιώματα, τη δυνατότητα των παιδιών να εισάγονται στα δημόσια πανεπιστήμια. Ή αποφασίζει να κλείσει νοσοκομεία όταν ακόμη θερίζει η πανδημία. Μιλάμε για ολιστική επαναφορά σε έναν άκρως επικίνδυνο, ταξικά προκατειλημμένο δαρβινισμό, από ένα κόμμα που έχει μεταλλαχθεί σε κόμμα του νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού, έτη φωτός μακριά από τις κεντρώες καταβολές του. Στο θέμα της πανδημίας επιλέξατε επίσης μία στάση ότι όλα τα έκανε λάθος η κυβέρνηση όταν η πραγματικότητα δείχνει ότι μεταξύ των κυβερνήσεων που τα πήγαν καλύτερα στην αντιμετώπιση του θέματος είναι και η ελληνική. Γιατί αυτή η φρασεολογία; Πιστεύετε ότι μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα είχε οργανώσει καλύτερα το θέμα των εμβολιασμών ή θα ήταν αποτελεσματικότερη στη λειτουργία των νοσοκομείων; Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σε αντίθεση από τη μηδενιστική αντιπολίτευση που έκανε η ΝΔ στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, από την πρώτη στιγμή της πανδημίας έβαλε πλάτη. Στηρίξαμε την κυβερνητική προσπάθεια, καταθέτοντας συγκεκριμένες συναινετικές προτάσεις, που όμως η κυβέρνηση απέρριψε. Και μάλιστα με περισσή ελαφρότητα, μπόλικη επικοινωνία, χωρίς να στηρίξει πραγματικά το ΕΣΥ και μεταθέτοντας διαρκώς τις δικές της ευθύνες στις πλάτες των πολιτών, προχώρησε πέρσι στο άναρχο άνοιγμα του τουρισμού με τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα. Και δυστυχώς συνέχισε και συνεχίζει το ίδιο τροπάριο, φθάνοντας μέχρι του σημείου να στοχοποιήσει τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ότι δήθεν σαμποτάρει την εμβολιαστική προσπάθεια ενώ στην πραγματικότητα ήταν ο Πρωθυπουργός εκείνος που καλλιέργησε τον εφησυχασμό των πολιτών. Διαβεβαίωνε μάλιστα, μιλώντας στην Μπιλντ στις 27 Μαΐου, ότι “ο Ιούλιος και ο Αύγουστος θα θυμίζουν πολύ ένα φυσιολογικό καλοκαίρι”. Το πιο επικίνδυνο είναι ότι δεν έχει πάρει κανένα μάθημα από την πανδημία. Σχεδιάζει συρρίκνωση του ΕΣΥ, με κλείσιμο νοσοκομείων, αβαντάροντας την ίδια στιγμή τους κλινικάρχες. Δύο μέτρα δύο σταθμά στο όνομα μιας δογματικής ιδεοληψίας, σε βάρος της υγείας των πολιτών. Και βέβαια αν ήταν κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν θα είχαμε το μακρύτερο και πιο αποτυχημένο λοκντάουν, θα συνεχίζαμε τη στήριξη του ΕΣΥ που είχε ήδη ξεκινήσει επί υπουργίας Ξανθού, Πολάκη, με προσλήψεις γιατρών, θα στηρίζαμε την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, που είναι κλειδί για την πανδημία, δεν θα αφήναμε στο απυρόβλητο τους κλινικάρχες. Θα είχαμε σοβαρή επιδημιολογική επιτήρηση και ιχνηλάτηση του ιού. Θα λειτουργούσαμε ενωτικά, όχι διχαστικά όπως ο κ. Μητσοτάκης για να πείσουμε όσους συμπολίτες μας φοβούνται ή ανησυχούν, να εμβολιαστούν. Γιατί για εμάς η υγεία είναι αδιαπραγμάτευτο αγαθό για όλους όχι δικαίωμα για λίγους και εμπόρευμα για ισχυρούς. Ο κ Πολάκης, τέως υφυπουργός Υγείας, αμφισβητεί ακόμη και την αναγκαιότητα του εμβολιασμού. Πως το σχολιάζετε; Ο κ. Πολάκης δεν κάλεσε τους πολίτες να μην εμβολιαστούν. Ούτε ανήκει σε εκείνους που αμφισβητούν την επιστήμη και διαδηλώνουν σε όλη τη χώρα, τους παλιούς γνώριμους του κ. Μητσοτάκη από την εποχή των συλλαλητηρίων κατά της συμφωνίας των Πρεσπών. Τους αρνητές της επιστήμης και του ορθού λόγου.
|