Στην Πεντάπολη και πάλι περιστρέφεται ο γνωστός καταιγισμός των παιδικών, εφηβικών καινεανικών μου χρόνων στην αναζήτηση και απόσυρση του Σταυρού.
Στη δεξαμενή στην αυλή του Δημοτικού Σχολείου, όπου ο ιερέας μετά την ιεροτελεστία έριπτε το Σταυρό για να αγιάσει το νερό.
Ηταν η γνωστή αγωνία των κατοίκων για την εξεύρεση του Σταυρού, όπως και μεγαλύτερη εκείνων που είχαν μπει και κολυμπήσει στη δεξαμενή για να «πιάσουν» και να βγάλουν έξω το Σταυρό που τον περιέφεραν στα σπίτια του χωριού για να αγιάσουν το νερό των σπιτιών.
Αυτά από την εορταστική παράδοση.
Εφέτος το έθιμο εφαρμόσθηκε και πάλι.
Το Σταυρό έβγαλε από την δεξαμενή ο Πενταπολίτης Βαγγέλης Δραγάτης. Θερμά του συγχαρητήρια.
***
Λατρεία πάντα προς την λαϊκή παράδοση
Τα Φώτα και τα «Κηρούδια»
– Πονεμένος νοσταλγός των χρόνων που έφυγαν. Θεία νεότητα. Πώς φάνταζαν τότε όλα όμορφα, ωραία, γοητευτικά, νοηματικά στα μάτια της φαντασίας μου!
Χρονιάρα μέρα σήμερα, γιορτή των Θεοφανείων, των Φώτων και των Φωτισμών, με νοσταλγία στρέφομαι στα περασμένα. Καθώς αναμοχλεύω τη μνήμη μου έρχονται και ορθώνονται μπροστά μου οι παραστάσεις της παιδικής μου ζωής, εκεί στο χωριό που γεννήθηκα, τη σημερινή Πεντάπολη, το παλιό «Σαρμουσακλή», ένα αρχοντοχώρι από τα πέντε Δαρνακοχώρια, ανατολικά της πόλης των Σερρών. Τα Φώτα, η γιορτή του «Αγιασμού Υδάτων», όπως τη λέγαμε στο Σχολειό, που γινόταν με επισημότητα και με συμμετοχή της τοπικής εξουσίας και του κόσμου, με έναν ιδιαίτερο τελετουργικό τρόπο από την τοπική εκκλησία και συνδεόταν αναπότρεπτα από εκδηλώσεις της παράδοσης, που στα μάτια μου, στα μάτια των μικρών παιδιών, έπαιρναν μια ιδιαίτερη μυστηριακή υπόσταση. Τελευταίες εκδηλώσεις, καθώς ήταν, είχαν μια ιδιαίτερη θρησκευτική σημασία. Δυστυχώς ανάμνηση τώρα και αυτά του «Δωδεκάμερου». Πού να επαναληφθούν τώρα στο μοτίβο που τότε λάβαιναν χώρα.
Τα Φώτα, λοιπόν, οι Φωτισμοί, τα Θεοφάνεια, όπως καθιερώθηκαν και οι τρεις ονομασίες, χωρίζονται, στα Δαρνακοχώρια, που εγώ θα προτιμούσα να τα ονομάσω Πενταχώρα, σε δύο εκδηλώσεις: στην εκκλησιαστική και στην κοινωνική. Στα Φώτα, τον αγιασμό δηλαδή των νερών και στα «Κηρούδια». Το θρησκευτικό νόημα των Θεοφανείων δεν το κατανοούσαμε τότε εμείς τα παιδιά. Ποιος ξέρει πόσο το κατανοούσαν και οι παππούδες μας και οι γιαγιάδες μας, λόγω των συνθηκών, αφού ούτε και την υπογραφή τους ήξεραν να βάλουν! Με τον αντίχειρα υπέγραφαν. Με το «μετρίδι», ξυλάκι ή κλωστή στο μέγεθος του ποδιού, αγόραζαν οι τρανοί της οικογένειας, ο παππούς ή η γιαγιά, τα «μισά» ή τα «κουντούρια» των εγγόνων και τις παντόφλες των νυφάδων από τα δυο-τρία «κουντουράδικα» του «Κάστρου», όπως έλεγαν οι παλαιοί, τα Σέρρας. Όμως, τα «κηρούδια», το κοινωνικό μέρος της γιορτής ήταν μια σωστή τελετουργία, μυσταγωγία. Καμμία παράλειψη. Όλο το νόημα της γιορτής μετατοπιζόταν στα «κηρούδια». Μικροί και μεγάλοι στην υπηρεσία τους. Ανάκατα τα «κηρούδια» με Θεοσέβεια, Θεοφοβία, Θεολατρεία, μυστήριο, αλλά και κοινωνικότητα και πανηγυρικό χαρακτήρα. Φώτα, Αγιασμός δηλαδή των υδάτων, χωρίς «κηρούδια» δεν μπορούσαν να νοηθούν. Ήταν αμαρτία, ήταν κάτι που δεν μπορούσε να συγχωρεθεί. Πως θα πήγαινε η νεόνυμφη στην εκκλησία χωρίς λαμπάδα στο χέρι; Τι θα έλεγε ο κόσμος!
Τα «κηρούδια», λοιπόν, πώς τα θυμάμαι! Βαθειά και μακρινή παράδοση, χωμένη στους μακρινούς χρόνους της Τουρκοκρατίας ως τρόπος συντήρησης της εθνικής συνείδησης. Δεν μπόρεσαν να ικανοποιήσουν την περιέργειά μου οι συντοπίτες μου αργότερα. Αρκούνται στην απάντηση: Έτσι τα βρήκαμε. Τι ήταν όμως τα «κηρούδια» που τόσο θόρυβο έκαναν; «Κηρούδια» πήγαιναν στις χρονιάρες νύφες οι κουμπάροι και στα βαφτιστικά μέχρι της εφηβικής των ηλικίας οι νουνοί. Από την παραμονή των Θεοφανείων από κάθε χωριό, της Δαρνάκικης Πενταχώρας, οι παππούδες και οι χήρες γιαγιές καβάλα πάνω στα μουλάρια, στ’ άλογα και στα γαϊδούρια σχημάτιζαν σωστά καραβάνια και τραβούσαν για το «Κάστρο», τα Σέρρας από τα βαθειά χαράματα για να κάνουν τις προμήθειές τους. Ζητούσαν από το μοναδικό τότε κηροπωλείο «λαμπάδες» καλές για τα «κηρούδια» «τσ’ νίφις» και του «βαφτιστικού» από τον Κηροπώλη, που τους ήξερε καλά και σχεδόν τους τα ’χε έτοιμα. Ύστερα αγόραζαν «πορτόκαλλα», που τόνιζαν νάναι «καλά και τρανά γιατί είναι για τα κηρούδια». Έπαιρναν κορδέλλες μεταξωτές, «μπουρλιές» σύκα, «μέντες», «κουκουνούδις», αγόραζαν από τα «Σαράφικα» μερικά πεντόλιρα οι πλούσιοι, άλλα φθηνότερα νομίσματα οι αδύνατοι οικονομικά, έκαναν τις λοιπές προμήθειες του σπιτιού και πριν δύσει ο ήλιος έπρεπε να φτάσουν στα χωριά τους. Την άλλη μέρα, την παραμονή, άρχιζε η ετοιμασία. Έντυναν τις λαμπάδες με κορδέλλες, τις κρεμούσαν τα πεντόλιρα ή τ’ άλλα νομίσματα, τις τοποθετούσαν σ’ ένα δίσκο, έβαζαν τα πορτόκαλλα, όσα τα τιμώμενα πρόσωπα, τα σύκα, τις «μέντες» και τ’ άλλα «στολίδια» σε πανέρια πλεγμένα με ξυλόβεργες ή σε δίσκους και οι μικροί κρατώντας το δίσκο ή το πανέρι με ιερή ευλάβεια γιατί ήταν τα «κηρούδια», τα πήγαιναν στη νύφη ή στα βαφτιστικά. Πάντως της νύφης τα «κηρούδια» ήταν πιο διακριτικά και πιο πλούσια. Όλη η παραμονή ξοδευόταν με το να στείλουν «κηρούδια», να λάβουν «κηρούδια», να πεταχτούν στο διπλανό σπίτι να δουν τα «κηρούδια» που θάστελναν ή που έλαβαν αν υπερτερούσαν ή υστερούσαν από τα δικά τους. Την ημέρα των Φώτων τα βαφτιστικά, μα πιο πολύ οι νύφες βαστούσαν σαν «άγιο δισκοπότηρο» την λαμπάδα τους, την φορτωμένη με δώρα και τεντωμένες κι αυτές σαν λαμπάδες, αλλά σεμνές και με το ερύθημα στις παρειές, όλο ευλάβεια, όλο προσοχή, όλο πίστη ότι επιτελούν κάτι το «Θεϊκό», πήγαιναν στην εκκλησία. Η γραφικότητα μόνο με το χρωστήρα ενός χαρισματικού καλλιτέχνη μπορεί να παρασταθεί. Με το σχόλασμα της εκκλησιάς, ακολουθούσε ο Αγιασμός των νερών. Κάθε χωριό είχε και κάποια «στέρνα», κάποια δεξαμενή. Εκεί χυνόταν όλο το χωριό, για να δει τον παπά, να ρίχνει το Σταυρό για ν’ αγιασθούν τα «ταγκιασμένα» νερά και ύστερα αφού «αγιαζόταν» τα νερά ένα άλλο μαρτύριο καρτερούσε τις νύφες. Με τον αγιασμό των νερών έπρεπε ν’ αδειάσουν όλα τα νερά του σπιτιού, γιατί ήταν «ταγκιασμένα» και με τις βαρειές «γκιούμες» να μεταφέρουν απ’ τα «σουλνιάρια», που ήταν αρκετά μακρυά από τα σπίτια τους, νέο, αγιασμένο νερό. Ούτε λούσιμο επέτρεπαν οι γρηές, χωρίς ν’ αγιασθεί το νερό. Όσο για τους καλικάντζαρους, που δεν πρόλαβαν να κόψουν «το δέντρο της γης», οι γιαγιές άρχιζαν τις διηγήσεις. Τώρα πόσο δεν άλλαξαν και εκεί τα Φώτα και τα «κηρούδια». Άτονη εκδήλωση. Λίγοι τα συνηθίζουν με το μυστηριακό εκείνο τρόπο. Σε λίγο μια λησμονημένη ιστορία και αυτά στον τόπο που γεννήθηκαν. Διαστημικά ταξίδια σου λένε κάνουν τώρα οι άνθρωποι. Σπουδαγμένοι πολλοί από τους νέους κατοίκους των χωριών της Πενταχώρας.
Μετανάστες σε κάθε γωνιά της γης. Απολύτρωση από την αμάθεια και την άγνοια που έφερε η μάθηση και η γνώση. Τα βήματα της τεχνικής προόδου ακολουθούν τώρα και πάντα και οι νέοι κάτοικοι της Δαρνάκικης περιοχής. Που ν’ αντέξουν σε όλα τα παραπάνω τα «κηρούδια». Πατρογονική ανάμνηση και αυτά πλέον. Πόσο αστεία φαίνονται στους σημερινούς νέους τα πατροπαράδοτα «κηρούδια», που στο κάτω – κάτω της γραφής ήταν ένα μέσο, ένας τρόπος να εκφράσουν κατά ένα υλικό τρόπο την πίστη τους στην υπερβατική οντότητα, στη θεότητα, που τα Θεοφάνεια ήταν και είναι μια άλλη εκδήλωση της ύπαρξής της, όπως είχαμε μάθει στο Σχολειό και σήμερα πιστεύουμε, ως θρησκευόμενος λαός, έθνος και κράτος του τρισυπόστατου της ορθόδοξης δοξασίας αλλά και μια κοινωνική εκδήλωση. Τιμή στα βαφτιστικά και τις νύφες αναμνηστικών σημαντικών γεγονότων της ζωής τους. Τη βάπτισή τους και το γάμο τους.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
μισά: κουντούρια: παπούτσια συνηθισμένα σε αντιδιαστολή από τις μπότες, τ’ άρβυλα και τα λαστιχένια σοσόνια
τσ’ νίφις: της νύφης
πορτόκαλλα: πορτοκάλια
μέντες: καραμέλες
μπουρλιές: σύκα περασμένα στο σχοινί
κουκουντούδις: κουκλίτσες
«Σαράφικα»: Χρυσοχοεία που πουλούσαν και λίρες χρυσές
ταγκιασμένα: μολυσμένα
σουλνιάρια: βρύσες
***
Εφέτος μου δόθηκε η ευκαιρία να παραβρεθώ στον Ιερό Ναό Αγίου Νικήτα στην περιοχή της γνωστής οδού Χαριλάου Τρικούπη. Ας μου επιτραπεί να σημειώσω ότι για τον Ιερό Ναό είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον και ο Κυρός Μητροπολίτης Μάξιμος.
Ηταν μια καλή ευκαιρία να ακούσ τη λειτουργία.
Μεγαλοπρεπής ο Ναός, καλλίφωνοι ο ιερέας και οι ψάλτες.
Η Εκκλησιαστική Επιτροπή ανέθεσε στο μέλος της κ. Κωνσταντίνο Κωνσταντινίδη του Στεργίου να προσφέρει εντός φιαλιδίου το αγιασμένο νερό (ύδωρ).
Θερμές ευχαριστίες για την ευγενική του προσφορά.